Το The Persistence πρώτο-κυκλοφόρησε το 2018 για το PlayStation VR. Μόλις πέρυσι κατέφτασε η non-VR έκδοση του παιχνιδιού για το PS4, η οποία φυσικά απευθυνόταν σε ένα πολύ ευρύτερο κοινό. Φέτος, Sony και Firesprite αποφάσισαν την κυκλοφορία μίας Enhanced έκδοσης για το PS5, που θα εκμεταλλεύεται στο έπακρο το πολύ ισχυρότερο hardware της κονσόλας και θα τελειοποιεί μία ήδη πετυχημένη κυκλοφορία. Ας δούμε τι ακριβώς πετυχαίνει το Persistence Enhanced στη νέα γενιά κονσολών.
Για όσους δεν έχουν ιδέα περί τίνος πρόκειται, το The Persistence είναι μία μίξη horror και roguelike στοιχείων. Η ιστορία μας ξεκινά όταν το ομώνυμο σκάφος προσεγγίζει μία μαύρη τρύπα, η βαρυτική έλξη της οποίας δημιουργεί ένα χάος στο εσωτερικό του. Οι βιολογικοί εκτυπωτές του σκάφους προσπαθούν να αντικαταστήσουν το νεκρό πλήρωμα του, με τραγικές συνέπειες, αφού αυτό που εν τέλει δημιουργούν είναι μία αποτρόπαια, μεταλλαγμένη εκδοχή του. Εννοείται πως οι εν λόγω εκτυπωτές είναι εν τέλει υπεύθυνοι για το roguelike στοιχείο του τίτλου, αφού παράγουν κλώνους της πρωταγωνίστριας μας, Zimri Eder, κάθε φορά που εκείνη πεθαίνει, στην προσπάθεια της να επαναφέρει το σκάφος στην πρότερη του κατάσταση, πάντα με τη βοήθεια της τεχνητής νοημοσύνης του. Να πούμε εδώ πως παρότι η κεντρική ιστορία του παιχνιδιού αποτελεί απλώς μία καλή αφορμή για την ύπαρξη του και τίποτα παραπάνω, το διάσπαρτο lore είναι αρκούντως ικανοποιητικό, τουλάχιστον για να μας λύσει κάποιες από τις πιο βασικές μας απορίες. Σίγουρα βέβαια η αφήγηση θα μπορούσε να είναι λίγο πιο εμπλουτισμένη, αλλά ας μην ξεχνάμε πως μιλάμε για παιχνίδι που αρχικά ήταν αποκλειστικό στο PS VR.
Το βασικότερο προτέρημα του τίτλου είναι ο τρόπος που συνδυάζει τα 2 διαφορετικά genres του τρόμου και του roguelike. Κάθε φορά που η πρωταγωνίστρια μας πεθαίνει, τα διάφορα καταστρώματα του The Persistence αναδιαμορφώνονται, τόσο όσον αφορά τους χώρους και τα δωμάτια, όσο και αναφορικά με τους εχθρούς που θα βρεθούν στο δρόμο μας. Το παιχνίδι είναι ιδιαιτέρως τρομακτικό στις πρώτες ώρες, καθώς όμως σημειώνουμε πρόοδο, τα επαναλαμβανόμενα respawns “κόβουν” λίγο από τον τρόμο, ο οποίος δίνει τη θέση του στον εκνευρισμό. Ευτυχώς, η αγωνία ποτέ δεν φθίνει και δεν είναι πως η περιήγηση στα καταστρώματα καταντάει “βόλτα στο πάρκο”. Το παιχνίδι, αν και πιο accessible από αρκετά roguelikes, παραμένει απαιτητικό και ζητά τα μέγιστα από την πλευρά του παίκτη, ιδίως στην αρχή. Από την άλλη, δεν γίνεται να μην τονιστεί πως τα διαφορετικά runs/playthroughs δεν διαφέρουν τόσο πολύ το ένα από το άλλο. Λίγο-πολύ τα όσα θα συναντήσουμε σε ένα run είναι συγκεκριμένα και η συνταγή δεν ανανεώνεται τόσο ώστε να μη νιώσουμε πως πέφτουμε σε μία λούπα, με την αρνητική της έννοια αυτή τη φορά.
Ευτυχώς, το σύστημα προόδου του τίτλου είναι τέτοιο που μας πείθει να συνεχίσουμε ξανά και ξανά την προσπάθεια. Σε κάθε run ο παίκτης συλλέγει stem cells και FAB chips, με τα μεν να αφορούν τις μόνιμες αναβαθμίσεις του χαρακτήρα ( health, melee damage κλπ ) και τα δε να σχετίζονται με την αγορά όπλων και άλλων αντικειμένων κατά τη διάρκεια ενός run. Υπάρχουν επίσης τα erebus tokens, τα οποία είναι απαραίτητα για να ξεκλειδωθεί ένα αντικείμενο, πριν το αγοράσουμε. Τα αντικείμενα που έχουμε στη διάθεση μας είναι διαφόρων ειδών και εμπλουτίζουν αρκετά το gameplay. Ιδιαίτερη μνεία αξίζει η ποικιλία των όπλων, τόσο των melee, όσο και των κανονικών, με αρκετά από αυτά να είναι ιδιαιτέρως ευφάνταστα. Κάποια όπλα φαίνεται βέβαια πως έχουν σχεδιαστεί με κύριο γνώμονα τη χρήση τους μέσω του headset εικονικής πραγματικότητας, η μεταφορά τους όμως στο χειριστήριο είναι πετυχημένη.
Το γενικότερο gameplay του παιχνιδιού μας αφήνει άκρως ικανοποιημένους. Παρά την αρχική VR φύση του τίτλου, όλα τα συστήματα του gameplay είναι λειτουργικά και προσφέρουν τη δυνατότητα για διάφορες προσεγγίσεις. Εννοείται πως το stealth συστήνεται, αφού με αυτό ο παίκτης αποκτά περισσότερα stem cells κι έτσι μπορεί να αναβαθμιστεί. Το σύστημα του stealth κάνει καλά τη δουλειά του, παρότι το A.I. των εχθρών χωλαίνει και είναι αρκετά απροσδόκητο. Κάποιες φορές δεν μας βλέπουν ενώ κινούμαστε εντός της περιφερειακής τους όρασης και άλλες φορές μας εντοπίζουν από τεράστια απόσταση μέσα στα σκοτάδια. Όταν η Zimri γίνει αντιληπτή από τα μεταλλαγμένα τερατουργήματα, μπορεί να προβεί σε ένα μικρό teleport, με το οποίο θα κερδίσει κάποια μέτρα και πιθανώς θα γλιτώσει ένα ακόμη respawn. Ο περιορισμός του ( αναμενόμενου ελέω VR ) teleport πίσω από τη χρήση του περιορισμένου dark matter της πρωταγωνίστριας μας μας κάνει να αναζητούμε απελπισμένα κάποιο κουμπί για τρέξιμο, το οποίο όμως δεν υπάρχει. Η έλλειψη της δυνατότητας τρεξίματος φαντάζει εντελώς παράταιρη εκτός VR και σίγουρα θα συνείσφερε τα μέγιστα, ίσως όμως είναι μία παραχώρηση που πρέπει να κάνουμε.
Ας δούμε όμως και τις βελτιώσεις που προσφέρει το Enhanced Edition του The Persistence. Στο PS5 έχουμε επιλογή για 4K/60 fps και 4K/30 fps, ενώ στη δεύτερη περίπτωση έχουμε και καταπληκτική ενσωμάτωση του ray tracing. Η αργή φύση του τίτλου μας δίνει το περιθώριο να προτείνουμε τα 30 fps για χάρη του ray tracing, το οποίο εξυψώνει ιδιαιτέρως τον οπτικό τομέα. Σίγουρα θα θέλαμε μία επιλογή που συνδυάζει ray tracing και 60 fps, αλλά ας μην ξεχνάμε πως πρόκειται για μικρή παραγωγή. Φυσικά, φωτισμοί, σκιές και αντανακλάσεις είναι βελτιωμένα και στα 2 modes. Οι developers δεν αμέλησαν επίσης να αξιοποιήσουν το Dualsense, έστω και σε βασικό επίπεδο, με τα adaptive triggers και το haptic feedback να δίνουν το παρόν. Περιττό να αναφέρουμε πως τα loading times είναι πολύ βελτιωμένα και ευτυχώς κάθε playthrough ξεκινά ελάχιστες στιγμές μετά το προηγούμενο. Αυτό που μας έλειψε αρκετά είναι η υποστήριξη του 3D ήχου, ειδικά εφόσον πρόκειται για ένα παιχνίδι με πραγματικό φοβερή υλοποίηση στον ηχητικό τομέα. Η εξαιρετική ατμόσφαιρα που επικρατεί στα καταστρώματα του The Persistence είναι κυρίως εξαιτίας του ήχου και αναμφίβολα ο 3D ήχος θα έδινε το κάτι παραπάνω στην όλη εμπειρία.
Συνολικά, το The Persistence Enhanced είναι η καλύτερη μορφή στην οποία μας έχει παρουσιαστεί το παιχνίδι έως σήμερα. Οι βελτιώσεις του PS5 είναι επαρκείς και καλοδεχούμενες, παρότι σίγουρα θα θέλαμε μερικές ακόμα προσθήκες. Για όσους επιδιώκουν να ασχοληθούν για πρώτη φορά με τον τίτλο, σίγουρα αξίζει την προσοχή σας, τόσο ως horror, όσο και ως roguelike εμπειρία. Κάποιες μικρές σχεδιαστικές αστοχίες, όπως και μερικοί περιορισμοί που προκύπτουν από την αρχική VR φύση του παιχνιδιού δίνουν το παρόν, όμως το The Persistence παραμένει μία εμπειρία που αξίζει μεγαλύτερη αναγνώριση.