Το 2019 ήταν που τα παιχνίδια Star Wars μπήκαν ξανά για τα καλά στην gaming ζωή μας, με το Star Wars Jedi: Fallen Order. Μετά από χρόνια ατελέσφορων προσπαθειών, οι οποίες βασιζόταν κυρίως στο online περιεχόμενο, οι fans του franchise έλαβαν αυτό που ήθελαν. Ένα single-player, story-based παιχνίδι, με νέο πρωταγωνιστή και ολόφρεσκη ματιά για τη σειρά. Ο Cal Kestis κέρδισε άμεσα τους παίκτες, ταξιδεύοντάς τους σε μία ιστορία μακριά από τα τερτίπια του Skywalker-οκέικου. 4 χρόνια μετά, το Star Wars Jedi: Survivor έρχεται για να διαδεχθεί και να αποτελέσει εν τέλει το ιδανικό sequel του Fallen Order. Τα καταφέρνει;
Αργεί, αλλά παίρνει μπροστά
Βρισκόμαστε 5 χρόνια μετά τα γεγονότα του πρώτου παιχνιδιού, παραμένοντας χρονολογικά ανάμεσα στα Επεισόδια ΙΙΙ και IV. Ο Cal ανήκει πλέον στην Αντίσταση, εκτελώντας αποστολές για λογαριασμό του Saw Gerrera, απέναντι φυσικά στην Αυτοκρατορία. Ο κλοιός των Αυτοκρατορικών ολοένα και στενεύει, γύρω από τον ίδιο, τους εναπομείναντες Jedi και τις ελεύθερες περιοχές του Γαλαξία. Όταν μία αποστολή στραβώνει επικίνδυνα, ο πρωταγωνιστής μας αναγκάζεται να στραφεί σε έναν παλιό του γνώριμο (και δικό μας) για βοήθεια. Διαλέγοντας αυτό το δρόμο, θέτει άθελα του σε κίνηση γεγονότα που ούτε καν μπορούσε να φανταστεί.
Μπλέκεται έτσι σε μία ιστορία που κρατά από τα χρόνια του High Republic, φέροντας μεγάλες επιπτώσεις για ολόκληρο τον κόσμο. Όπως καταλαβαίνετε, τα πάντα είναι Star Wars, η μοναδική αίσθηση του σύμπαντος του George Lucas είναι παρούσα από τα πρώτα λεπτά, το soundtrack του John Williams προφανώς συνδράμει, ενώ το lore του σύμπαντος εντός του παιχνιδιού είναι πλούσιο και χτίζει μία πολύ καλή ευρύτερη εικόνα.
Η ιστορία, παρά την εκρηκτική της εκκίνηση, κινείται αργά, αν και σταθερά, για λίγες ώρες και ομολογουμένως, δεν ενθουσιάζει αμέσως. Παρότι η γραφή σεναρίου και χαρακτήρων είναι συνεπέστατη και πιο ώριμη από το Fallen Order, οι ενδιαφέρουσες εξελίξεις είναι αρχικά μετρημένες. Δεν αργεί όμως η στιγμή που το σενάριο εκτοξεύεται και πραγματικά πηγαίνει με το πόδι στο γκάζι μέχρι τα credits. Εκεί, το παιχνίδι μετατρέπεται σε ένα πραγματικό blockbuster, με αδιάκοπη αφήγηση, φοβερά σκηνοθετημένες σεκάνς και απρόβλεπτες σεναριακές εξελίξεις.
Sequel, όνομα και πράγμα
Το θετικό της υπόθεσης είναι οτι η Respawn φέρεται στον τίτλο ως πραγματικό sequel. Αποφεύγει εύστοχα να σπαταλήσει χρόνο, σετάροντας από το μηδέν τον Cal, τους υπόλοιπους χαρακτήρες ή το σύμπαν. Τα 5 χρόνια που έχουν παρέλθει έχουν αφήσει το αποτύπωμα τους στον πρωταγωνιστή μας, οι εσωτερικές αναζητήσεις του οποίου τον έχουν οδηγήσει σε περίεργα μονοπάτια. Η εν λόγω απόφαση της πλήρους sequel-οποίησης της εμπειρίας συνοδεύεται και από αντίστοιχες επιλογές στο gameplay, στις οποίες θα αναφερθούμε στη συνέχεια.
Υπέρ-πλήρες πακέτο
Αν μη τι άλλο, η βασική ιστορία είναι άκρως χορταστική. Με διάρκεια που προσεγγίζει τις 20 ώρες, το παιχνίδι δεν κάνει εκπτώσεις στο περιεχόμενο του, προσφέροντας ένα άκρως ελκυστικό πακέτο. Η εισαγωγή των νέων χαρακτήρων και η επαναφορά των γνώριμων προσώπων πραγματοποιείται με τη δέουσα προσοχή. Έτσι, το τελικό αποτέλεσμα είναι σφιχτοδεμένο και συνεπές στο σκοπό που υπηρετεί. Φυσικά, το βασικό σενάριο δεν είναι το μόνο που συναντά κανείς στο sequel, όπως θα περίμενε κανείς. Στην εξίσωση έχουν συμπεριληφθεί κάμποσα side quests και άλλες παράπλευρες δραστηριότητες, που ανεβάζουν τη διάρκεια ενασχόλησης τουλάχιστον στις 30 ώρες.
Ομολογουμένως, δεν μείναμε ιδιαίτερα ευχαριστημένοι σε αυτόν τον τομέα, αφού τα rumours, τα side quests δηλαδή, αν και διασκεδαστικά, δεν έχουν να προσφέρουν πολλά αφηγηματικά, φαντάζοντας αρκετά αποκομμένα από τον πυρήνα της εμπειρίας. Τουλάχιστον, όταν συναντούμε κάποιον NPC που μας προσφέρει side quest, ουσιαστικά τον “στρατολογούμε”. Στη συνέχεια, τον στέλνουμε σε ένα μπαρ, που αποτελεί και το βασικό hub του τίτλου. Εκεί, εφόσον συγκεντρώσουμε αρκετό κόσμο, είναι ίσως το πιο Star Wars σκηνικό ολόκληρου του παιχνιδιού. Βλέπετε, το cast των ετερόκλητων χαρακτήρων μας προσφέρει κάποιες άκρως ενδιαφέρουσες συζητήσεις. Οι υπόλοιπες δραστηριότητες μάλλον είναι “περί ορέξεως”, αλλά η εύρεση νέου είδους ψαριών ή η κηπουρική δεν μας έδωσαν ιδιαίτερα κίνητρα να αφιερώσουμε χρόνο.
Το Metroidvania στα καλύτερα του
Μία βελτίωση σε σχέση με το πρώτο παιχνίδι, που “κάνει μπαμ”, είναι δίχως άλλο το level design του εκάστοτε πλανήτη. Άλλωστε, ο μέτριος σχεδιασμός των επιπέδων του πρώτου τίτλου, καθώς και η δυσκολία περιήγησης σε αυτά, ήταν από τα βασικά του προβλήματα. Εδώ, η κατάσταση είναι πολύ καλύτερη και καταφέρνει να αναδείξει τα metroidvania στοιχεία του κόσμου. Παρότι ο σχεδιασμός του κόσμου είναι πιο περίπλοκος, η τοποθέτηση των shortcuts και των meditation points κάνει πολύ πιο διασκεδαστική την εξερεύνηση του, με την καθετότητα να παίζει πλέον πρωτεύοντα ρόλο.
Τα επίπεδα είναι χτισμένα έτσι ώστε να δημιουργούν τις συνθήκες παρουσίας έξυπνων περιβαλλοντικών γρίφων. Διάφορες περιοχές φυσικά δεν είναι προσβάσιμες έως ότου αποκτήσουμε συγκεκριμένες δυνάμεις. Αυτό συνεπάγεται την παρουσία backtracking, που παραδόξως δεν ενοχλεί, αφού μας γυρνά σε σημεία που πάντα θα υπάρχει κάτι νέο και ενδιαφέρον να δούμε ή να κάνουμε. Οι πλανήτες μπορεί να είναι μεγαλύτεροι, αλλά δεν προσεγγίζουν το μέγεθος ενός ανοιχτού κόσμου, που στην προκειμένη περίπτωση θα φάνταζε αχανής.
Και τον πλανήτη σου θα ψάξω, πόντο-πόντο
Το παιχνίδι φροντίζει συνεχώς να μας δίνει κίνητρα για εξερεύνηση, αρχικά με την έλλειψη εκνευριστικών waypoints και δεκάδων ενδείξεων εν μέσω της οθόνης. Τα πάντα είναι πολύ πιο οργανικά και είναι βέβαιο πως μετά από κάποιες ώρες θα έχετε μάθει απ’ έξω τις περισσότερες περιοχές. Πιθανώς, θα έχετε ανακαλύψει και τους πολλαπλούς τρόπους να μεταβείτε από το ένα σημείο στο άλλο. Ο τίτλος εκμεταλλεύεται κάθε γωνιά του, γεμίζοντας τον κόσμο με lore, ειδικές ανταμοιβές και κάμποσα υλικά για λεπτομερέστατη παραμετροποίηση. Το customization αφορά τον Cal, το lightsaber ή ακόμη και το μικρού BD-1, το ρομπότ που δεν φεύγει ποτέ από το πλευρό – ή μάλλον από την πλάτη – του Cal.
Εάν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, τα meditation points συνεχίζουν να φαντάζουν παραφωνία, σπάζοντας το immersion κάθε φορά που τα επισκεπτόμαστε. Δρώντας ως bonfires από τα Soulsborne παιχνίδια, μία επίσκεψη σε αυτά αναπληρώνει την υγεία του πρωταγωνιστή. Δεν μένει όμως εκεί, αφού κάνει respawn και όλους τους εχθρούς που έχουμε ήδη εξολοθρεύσει. Για έναν τίτλο που επιλέγει να εντάσσει τόσο οργανικά συστήματα στο σύνολο, μετά από 2 παιχνίδια δεν είμαστε και τόσο σίγουροι για τη χρησιμότητα των meditation points, τουλάχιστον υπό αυτή τη μορφή.
Ιδού ο γάντζος, ιδού και το πήδημα
Όπως προ-είπαμε, το παιχνίδι είναι sequel και φέρεται ακριβώς ως τέτοιο. Ο Cal διατηρεί όλες τις δυνάμεις που έχει ήδη αποκτήσει και το sequel συνεχίζει να τον εμπλουτίζει με πιο ενδιαφέρουσες. Ο χειρισμός του ήρωα είναι σαφώς βελτιωμένος, έχοντας από την αρχή τη δυνατότητα του double jump, παραδείγματος χάριν. Η παρουσία του -υποχρεωτικού σε κάθε action adventure- γάντζου επιτρέπει τη μετακίνηση μεταξύ μεγάλων αποστάσεων. Το platforming έχει την τιμητική του και τα ανάλογα segments είναι αυξημένα, είναι όμως και αρκετά πιο εφευρετικό, συνδυάζοντας ιδανικά τις παλιές με τις νέες δυνατότητες, που μας προσφέρονται με εξαιρετικό ρυθμό.
Μπορεί ανά σημεία να θυμίζει…Uncharted, τα συστήματα του παιχνιδιού όμως είναι αρκετά πιο πληθωρικά και δεν κουράζουν ποτέ. Γενικώς, ακόμη κι όταν η βασική ιστορία ολοκληρωθεί, πάντα υπάρχει λόγος επιστροφής σε μία περιοχή που έχετε ώρες να επισκεφτείτε. Το σίγουρο είναι πως όλο και κάτι καινούριο σας περιμένει. Όπως και να χει, metroidvania και εξερεύνηση φέρουν τις πιο κραυγαλέες βελτιώσεις σε σχέση με ό,τι γνωρίζαμε για το franchise.
Η απόλυτη Star Wars εμπειρία
Καλά όλα τα παραπάνω, αλλά ο τομέας που επιβεβαιώνει πως το παιχνίδι είναι η απόλυτη εμπειρία Jedi, είναι το combat. Οι μάχες είναι φοβερά βελτιωμένες, με πολύ πιο ρευστά animations, ενώ συνεχίζουν να βασίζονται ελαφρά σε ένα soulslike σύστημα, με dodge και parry. Η μάχη σώμα-με-σώμα είναι πραγματικά απολαυστική, με τον Cal να κόβει τα άκρα των αντιπάλων του από τη ρίζα, να διαλύει droids με ένα χτύπημα και να αποκεφαλίζει ό,τι πλάσμα συναντά στο δρόμο του.
Οι επιλογές στη διάθεση του παίκτη είναι πολύ περισσότερες αυτή τη φορά, με 5 stances που εναλλάσσονται. Υπάρχει το μονό lightsaber, το διπλό, όπως του Darth Maul, τα 2 sabers, ένα σε κάθε χέρι, ένα μεγάλο ξίφος στα πρότυπα αυτού του Kylo Ren, καθώς και συνδυασμός lightsaber και blaster πιστολιού, κάτι που βλέπουμε για πρώτη φορά. Κάθε στυλ μάχης απέχει παρασάγγας από το άλλο και κάθε ένα ανταποκρίνεται καλύτερα σε διαφορετικές συνθήκες. Παράλληλα, κάθε stance έχει και το δικό του skill tree, προσφέροντας τεράστια γκάμα επιλογών στους παίκτες. Τα skill trees δεν περιορίζονται μόνο στη μάχη με sabers, αλλά να επεκτείνονται και στη χρήση της Δύναμης.
May the Force be with Cal
Με τη Δύναμη ο Cal τραβάει εχθρούς προς το μέρος του, τους σπρώχνει στο απόλυτο κενό και το θάνατό τους, τους σηκώνει στον αέρα και τους σκάει με το πρόσωπο στο πάτωμα. Μπορεί ακόμα και να επηρεάζει τη σκέψη τους, κάνοντάς τους να πολεμούν με το μέρος του. Το Force παίζει καταλυτικό ρόλο γενικώς, αφού χρησιμοποιείται και εκτός μάχης, στην πλειοψηφία των γρίφων και φυσικά στο platforming. Ο συνδυασμός της δε, με το lightsaber combat, μπορεί να οδηγήσει σε εκπληκτικά σκηνικά εντός μάχης. Αναπόφευκτα, παραμερίζοντας τη νοσταλγία αρκετών, το Star Wars Jedi: Survivor έχει το καλύτερο σύστημα μάχης που έχουμε δει σε παιχνίδι του Πολέμου των Άστρων.
Ανεπίτρεπτο λανσάρισμα
Αφήσαμε για το τέλος τον ελέφαντα στο δωμάτιο. Άλλωστε, είναι σχεδόν βέβαιο πως έχετε ακούσει ήδη για τα τεχνικά προβλήματα που συνόδεψαν το launch του παιχνιδιού. Τρία updates μετά και η κατάσταση δεν έχει βελτιωθεί πολύ, με τα ζητήματα να επιμένουν. Τα ατοπήματα που συναντήσαμε τη μέρα κυκλοφορίας του τίτλου είναι πολυποίκιλα και δυστυχώς βλάπτουν αρκετούς τομείς της εμπειρίας. Το performance mode πάσχει σημαντικά, με πολλαπλά framedrops από τα 60 στα 40+ frames, μία απογοητευτική απόδοση. Παράλληλα, η εμφάνιση screen tearing και η εμφανής πτώση της ανάλυσης αδικούν τον πανέμορφο οπτικό τομέα που συναντάται πίσω από τα προβλήματα.
Το κερασάκι στην τούρτα; Κάθε φορά που παίζει κάποιο cutscene, απενεργοποιεί το performance mode και ο παίκτης το παρακολουθεί στα 30 fps. Μόνη λύση είναι το pause, τα settings και η χειροκίνητη ενεργοποίηση του performance σε κάθε cinematic. Εξαιτίας των παραπάνω, το quality mode είναι μάλλον πιο έμπιστο στην παρούσα φάση, αλλά action και 30 fps δεν συνάδουν. Ακόμη κι εκεί βέβαια, το HDR είναι (αν και μάλλον διορθώθηκε) σπασμένο, δημιουργώντας μεγάλα ζητήματα στην ποιότητα της εικόνας. Το Star Wars Jedi: Survivor είναι ένα πανέμορφο παιχνίδι, δεν θα έπρεπε όμως να βρίσκεται σε αυτή την κατάσταση.
Το καλό πράγμα αργεί
Τελικά, το Survivor καταλήγει να συμπληρώνει άψογα την πρώτη περιπέτεια του Cal. Η Respawn βελτιώνει πολλαπλούς τομείς, από τη γραφή του σεναρίου, έως τη δομή του κόσμου και τις άκρως διασκεδαστικές μάχες. Ίσως το παιχνίδι πάσχει ελαφρώς στην ποιότητα του παράπλευρου υλικού, παραμένει όμως ένα πραγματικό blockbuster, που αξίζει να βιώσει κάποιος. Ναι, ακόμη κι αν δεν έχει ουσιαστική επαφή με το σύμπαν. Το μεγάλο κρίμα φυσικά είναι και παραμένει η κατάσταση στην οποία κυκλοφόρησε. Τα πολλαπλά τεχνικά προβλήματα δεν έχουν περιοριστεί αρκετά, ούτε καν μετά από τα πρώτα διορθωτικά patches. Όταν αυτά εξαλειφθούν, θα γίνει ξεκάθαρο πως πρόκειται για ένα από τα καλύτερα ΑΑΑ παιχνίδια της χρονιάς. Μέχρι τότε, υπομονή.
Ευχαριστούμε την εκδότρια εταιρεία για την παραχώρηση του ψηφιακού αντιτύπου.
Star Wars Jedi: Survivor | Review
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ:
Ίσως το παιχνίδι πάσχει ελαφρώς στην ποιότητα του παράπλευρου υλικού, παραμένει όμως ένα πραγματικό blockbuster, που αξίζει να βιώσει κάποιος, ακόμη κι αν δεν έχει ουσιαστική επαφή με το σύμπαν. Όταν τα τεχνικά ζητήματα εξαλειφθούν, θα γίνει ξεκάθαρο πως πρόκειται για ένα από τα καλύτερα ΑΑΑ παιχνίδια της χρονιάς. Μέχρι τότε, υπομονή.
Βαθμολογία Αναγνωστών5 Votes
9.5
ΘΕΤΙΚΑ
Πραγματικό sequel, που δεν ξεκινά τον ήρωα μας από το μηδέν
Ενδιαφέρουσα ιστορία (ιδίως στο δεύτερο μισό της), βελτιωμένη γραφή σεναρίου και χαρακτήρων