Νομίζω πως το Silent Hill 2 δεν χρειάζεται συστάσεις, κάτι που με χαροποιεί ιδιαίτερα, καθώς θα έπρεπε να υποκριθώ πως έχω πρότερη εμπειρία με το θρυλικό παιχνίδι τρόμου της Konami από το 2001. Ο τίτλος έθεσε νέα standards για τον τρόμο στα video games, standards που για πολλούς δεν έχουν ξεπεραστεί, 23 ολόκληρα χρόνια μετά. Η ανάθεση του remake στην Bloober Team ανησύχησε αρκετούς, με το studio να έχει δώσει κάποια πολύ αξιόλογα αποτελέσματα στο horror genre, χωρίς όμως να έχει καταφέρει να κάνει το παραπάνω βήμα. Ευτυχώς, οι Πολωνοί “understood the assignment” κατά το γνωστό meme και παρέδωσαν την καλύτερη ίσως σύγχρονη εκδοχή του Silent Hill 2 που θα μπορούσαμε να φανταστούμε.
Ο James Sunderland λαμβάνει ένα γράμμα από τη σύζυγο του, Mary, παρότι η γυναίκα είναι νεκρή εδώ και 3 χρόνια εξαιτίας μίας ασθένειας. Το γράμμα τον προσκαλεί στο “special place” του ζευγαριού, που δεν είναι άλλο από την πόλη του Silent Hill, εκεί όπου σύμφωνα με τα γραφόμενα της Mary, θα τη συναντήσει ξανά. Ο James καταφτάνει στην πόλη, βρίσκοντας την σχεδόν εγκαταλειμμένη, με τους περισσότερους κατοίκους να έχουν αντικατασταθεί από φρικιαστικά τέρατα και τους λίγους πραγματικούς επιζώντες, όπως οι Angela και Eddie να δείχνουν σαφώς επηρεασμένοι από τις δικές τους προβληματικές εμπειρίες. Η κατάβαση του πρωταγωνιστή στην κόλαση θα μας συστήσει σε ένα τρομερό σενάριο που έχει σταθεί υπέροχα απέναντι στο πέρασμα του χρόνου και καλύπτει πολύ ωμές θεματικές, που σπάνια συναντούμε και που ακόμη πιο σπάνια αξιοποιούνται με τόση μαεστρία από τους δημιουργούς. Ο ψυχολογικός τρόμος, στα καλύτερά του.
Παρότι το πρωτότυπο Silent Hill 2 διαρκούσε περίπου 8 ώρες, ένα μέσο playthrough στο remake φτάνει με ευκολία τις 15 ώρες, κάτι που σημαίνει πως μιλάμε για σχεδόν διπλάσια διάρκεια σε σχέση με ό,τι γνωρίζαμε. Τα βασικά κεφάλαια του τίτλου είναι ακριβώς αυτά που συναντώνται και στο OG, εδώ όμως εμφανίζονται εκτεταμένα, τόσο σε σχεδιαστικό, όσο και σε αφηγηματικό επίπεδο. Παρά τη δραστική αύξηση της διάρκειας, ο ρυθμός του παιχνιδιού παραμένει υπέροχος και κανένα κομμάτι της εμπειρίας δεν φαντάζει περιττό, καινούριο ή παλιό. Αξίζει παράλληλα να σημειωθεί πως τα 3 διαφορετικά endings του πρώτου playthrough διατηρούνται, στο NG+ όμως μπορείτε να επιδιώξετε 2 νέα, που δημιουργήθηκαν αποκλειστικά για το remake. Έτσι, οι completionists έχουν πλέον 8(!) διαφορετικά τέλη στη διάθεση τους, κάτι που εγγυάται άπλετες ώρες ενασχόλησης, πάντα στα πλαίσια του horror genre.
Εάν θυμάστε απ’ έξω τις απαντήσεις στους γρίφους του original τίτλου, θα χαρείτε να μάθετε πως το remake όχι μόνο τους ανανεώνει ριζικά, αλλά προσθέτει και αρκετούς αξιοσημείωτους νέους. Παρότι οι γρίφοι δεν είναι “παιχνιδάκι”, τις περισσότερες φορές βασίζονται στη δυνατότητα των παικτών να εκλογικεύουν αυτό που τους ζητείται, αντί να ψάχνει άσκοπα για ώρες τις λύσεις στο σκοτάδι. Μάλιστα, υπάρχει εξαιρετική διαβάθμιση στη δυσκολία των puzzles από το easy μέχρι το hard κι έτσι μπορείτε να επιλέξετε πόσο θα ζορίσετε το μυαλό σας. Παράλληλα, έχουμε την πρώτη εμφάνιση των collectibles, τα οποία δεν υπάρχουν απλώς για να επεκτείνουν τη διάρκεια, αλλά αφορούν τη σχέση του James με τη Maria και δίνουν αρκετά hints για το τι έχει μεσολαβήσει ανάμεσα στο ζευγάρι. Η αξιοποίηση του εξαιρετικά εύχρηστου χάρτη της εκάστοτε περιοχής εγγυάται πως δεν θα σας ξεφύγει το παραμικρό και δεδομένα αξίζει να ανακαλύψει κάποιος όλα τα μυστικά του Silent Hill.
Προφανώς ο ελέφαντας στο δωμάτιο στην προκειμένη περίπτωση είναι η αλλαγή στην third-person οπτική, με την κάμερα πλέον πίσω από τον James. Φαίνεται πως η Bloober κοίταξε αρκετά προς την πλευρά της Capcom και όχι άδικα, με την ανανέωση να είναι ίδιου επιπέδου με εκείνη του εκπληκτικού Resident Evil 2 Remake. Η νέα οπτική προσφέρει πολύ μεγαλύτερη ευελιξία στη μάχη, που λειτουργεί πλέον πολύ καλύτερα και αφήνει περισσότερα περιθώρια για πειραματισμό. Το melee combat είναι στιβαρό, βασιζόμενο και στην πολύ αξιόλογη αξιοποίηση του DualSense και φαντάζομαι πως είναι ήδη πολλοί αυτοί που επιδιώκουν melee-only run, αν και τα 3 όπλα που βρίσκει ο James κάνουν πολύ καλά τη δουλειά τους. Αξίζει βέβαια να σημειωθεί πως ο James δεν είναι Leon, κάτι που σημαίνει πως οι αναμετρήσεις με περισσότερους από έναν εχθρούς είναι ζόρικες, κάτι που δεν είμαστε σίγουροι πως ήταν εσκεμμένο. Οι μάχες δεν είναι τόσο συχνές όσο σε άλλα παιχνίδια του είδους, εκτός ίσως από ένα σημείο που μάλλον κάπως το παρακάνει με τους εχθρούς που ρίχνει στο δρόμο μας.
Η αλήθεια είναι πως με την ελάχιστη δέουσα προσοχή εκ μέρους μας, η Bloober δεν αφήνει ποτέ τον παίκτη χωρίς πυρομαχικά, ιδίως εάν δεν παραλείπετε εντελώς την εξερεύνηση. Μονίμως, εκτός από ορισμένες στιγμές προς το τέλος του παιχνιδιού, μας περίσσευαν δεκάδες σφαίρες και αρκετά health potions, παίζοντας πάντα σε normal δυσκολία. Οι 3 μόλις θάνατοι που είχα κατά τη διάρκεια των 15 ωρών απλώς επιβεβαιώνουν τα παραπάνω. Με αυτά τα δεδομένα, ίσως να αξίζει να σκεφθείτε και την επιλογή του hard για κάποιο playthrough. Στα highlights μπαίνουν τα boss-fights, που μπορεί να είναι εξίσου εύκολα, έχουν όμως βελτιωθεί σημαντικά σε σχέση με το πρωτότυπο και έχουν υπέροχο οπτικό σχεδιασμό, αντιπροσωπεύοντας πάντα κάτι σημαντικό για τον ίδιο τον James ή για τους κατοίκους του Silent Hill. Φτάνει με τα γιγαντιαία, γκροτέσκα τέρατα με τα πορτοκαλί τρωτά σημεία!
Εάν από πέρυσι μνημονεύουμε το Dead Space Remake για τον καλύτερο ήχο της γενιάς, το Silent Hill 2 Remake μάλλον είναι αυτό που κατέχει πλέον αυτή τη θέση. Η ηχητική επιμέλεια είναι καταπληκτική και προφανώς μιλάμε για έναν τίτλο που πρέπει να παιχτεί με ακουστικά, με το 3D audio να δίνει ρέστα και τα ηχητικά εφέ να χτίζουν μία αξεπέραστη ατμόσφαιρα μέσα στην ομίχλη και το ατελείωτο έρεβος των εσωτερικών χώρων, εκεί που η κλειστοφοβία κυριαρχεί. Κάτι που σίγουρα δεν εκπλήσσει είναι το αδιανόητο soundtrack του Akira Yamaoka, τόσο με τις παλαιότερες και κάπως πειραγμένες, όσο και με τις λίγες νέες συνθέσεις, που πέραν πάσης αμφιβολίας θέτουν τις βάσεις για τις υπέροχα δραματικές στιγμές που εξελίσσονται επί της οθόνης. Ποιοτικότατη και η δουλειά που έχει γίνει από το νέο voice-cast, με τις ερμηνείες να είναι πλέον πολύ πιο συνεπείς, αφαιρώντας τα ελαττώματα των πρωτότυπων, διατηρώντας όμως την ιδιαιτερότητα που φέρουν οι φωνές όσων ξέμειναν στο Silent Hill.
Προφανώς και δεν έχει κανένα νόημα να συγκρίνουμε original και remake για τον οπτικό τους τομέα, η αλήθεια όμως είναι πως το Silent Hill δείχνει ακριβώς όπως προστάζει η νοσταλγία να το θυμούνται όσοι έπαιζαν το παιχνίδι το μακρινό 2001. Μην περιμένετε επίπεδο παραγωγής όπως αυτό ενός ΑΑΑ της Sony, αλλά το τελικό αποτέλεσμα παραμένει πανέμορφο, με την ομίχλη αυτή τη φορά να μη χρειάζεται να κρύβει τους περιορισμούς του τότε hardware, αλλά να συνδράμει σε ένα εξίσου και απόλυτα γοητευτικό αποτέλεσμα. Στους εσωτερικούς χώρους, οι φανταστικές φωτοσκιάσεις πρωταγωνιστούν, ενώ τα μοντέλα των χαρακτήρων έχουν ανανεωθεί δραστικά και δείχνουν υπέροχα. Προφανώς, εάν είστε graphics enthousiasts θα επιλέξετε το quality mode, που βέβαια σας ρίχνει στα 30 fps, αλλά ο αργός ρυθμός του τίτλου το “σηκώνει”. Τα 60 fps του performance mode είναι επίσης σταθερά, χωρίς να γίνονται δραματικές εκπτώσεις στην ποιότητα της εικόνας. Όσο για την απόδοση, δεν συναντήσαμε το παραμικρό πρόβλημα πέρα από ένα bug που έχωσε τον James στα γραφικά και μας ανάγκασε να κάνουμε reload και να χάσουμε 20 λεπτά προόδου.
Εν τέλει, οι ανησυχίες μας κάμφθηκαν, οι προσδοκίες μας ξεπεράστηκαν, η Bloober Team κέρδισε το στοίχημα και το Silent Hill 2 αποδείχθηκε…καταδικασμένο να πετύχει. Η ποιότητα του πρωτογενούς υλικού οδήγησε με μαθηματική ακρίβεια σε ένα από τα καλύτερα remakes που έχουμε δει, με όλους τους απαραίτητους εκσυγχρονισμούς και τα ευπρόσδεκτα “tweaks” στη δοκιμασμένη συνταγή. Το αγέραστο σενάριο, η αδιανόητη ατμόσφαιρα, οι τρομερά μελετημένες αλληγορίες και η πλήρης αποτίναξη φτηνών τακτικών τρόμου, είναι αυτά που κατατάσσουν το Silent Hill 2 στα καλύτερα παιχνίδια που παίξαμε *και* το 2024.