Για πολλούς από εμάς, το Shinobi αποτέλεσε το πρώτο “ραντεβού” με τον κόσμο της SEGA πίσω στα arcades της δεκαετίας του ’80. Η σειρά κέρδισε γρήγορα το δικό της κοινό, είτε σε κονσόλες είτε σε φορητά όπως το Game Gear, με το Shinobi II να θεωρείται προσωπικά από τα πιο αγαπημένα entries. Σταδιακά όμως το franchise έχασε τη λάμψη του· οι απόπειρες συνέχειας δεν έφτασαν ποτέ στο ύψος της 8 και 16-bit εποχής. Έτσι, η ανακοίνωση της SEGA ότι επαναφέρει τα κλασικά της franchises προκάλεσε ενθουσιασμό αλλά και αναπόφευκτες ανησυχίες. Ευτυχώς, το Shinobi: Art of Vengeance μοιάζει να βάζει τις βάσεις και η συνέχεια προμηνύεται κάτι παραπάνω από ενθαρρυντική…
Το δύσκολο έργο του reboot ανέλαβε η Lizardcube, studio που έχει αποδείξει την αξία του σε ανάλογα εγχειρήματα. Το Wonder Boy: The Dragon’s Trap (2017) και η συμμετοχή στο Streets of Rage 4 (2020) έδειξαν ότι ξέρει πώς να αναβιώνει κλασικά IP με σεβασμό και φρέσκια ματιά. Με το Shinobi: Art of Vengeance, η ομάδα επιβεβαιώνει το ταλέντο της, παραδίδοντας ένα παιχνίδι που τιμά το παρελθόν, αλλά στέκεται εξαιρετικά και στα σημερινά δεδομένα.
Η πλοκή δεν προσπαθεί να καινοτομήσει. Ο Joe Musashi, ο θρυλικός νίντζα και αρχηγός της φυλής Oboro, επιστρέφει ως πρωταγωνιστής. Στο ειρηνικό Oboro Village, μια παραστρατιωτική οργάνωση με το όνομα ENE Corporation, υπό την ηγεσία του σκοτεινού Lord Ruse, εξαπολύει επίθεση. Ο Musashi ανακαλύπτει με φρίκη ότι οι κάτοικοι έχουν μετατραπεί σε πέτρα από μια μυστηριώδη δύναμη, με μόνες εξαιρέσεις τη σύζυγό του Naoko και τον μαθητή του Tomoe. Αποφασίζει λοιπόν να πάρει εκδίκηση, “καθαρίζοντας” σταδιακά τα κρησφύγετα της ENE Corporation και αποτρέποντας τα σχέδιά της. Μπορεί η αφήγηση να μην είναι περίπλοκη, αλλά λειτουργεί τέλεια ως αφορμή για την ένταση και την αδρεναλίνη που ακολουθούν.
Από την πρώτη στιγμή, το art style κλέβει την παράσταση. Η Lizardcube καταφέρνει να ισορροπήσει αριστοτεχνικά ανάμεσα στη νοσταλγία και το μοντέρνο. Τα γραφικά θυμίζουν τα pixelated sprites των arcades, αλλά πλέον αποδίδονται με καθαρές γραμμές, έντονα χρώματα, δυναμικό φωτισμό και πλούσια backgrounds. Η ποικιλία στα περιβάλλοντα είναι εντυπωσιακή: σκοτεινά αστικά τοπία, μυστικοί ναοί, βιομηχανικά συγκροτήματα – κάθε επίπεδο έχει τη δική του προσωπικότητα. Το animation του Joe είναι ρευστό και άμεσο, αποδίδοντας με ακρίβεια την ταχύτητα και την ευελιξία του. Ακόμα και σε χαοτικές στιγμές με πολλούς εχθρούς στην οθόνη, το παιχνίδι τρέχει άψογα σε σταθερό framerate.
Ο ηχητικός τομέας είναι εξίσου καλοδουλεμένος. Το soundtrack συνδυάζει ηλεκτρονικές μπασογραμμές με παραδοσιακά ιαπωνικά μοτίβα, δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα που ταιριάζει ιδανικά στο νίντζα ύφος. Τα εφέ των χτυπημάτων είναι “καθαρά” και δυνατά, μεταφέροντας το βάρος κάθε χτυπήματος ή shuriken. Ο ήχος, συνολικά, δεν είναι απλώς διακοσμητικός· ενισχύει την εμπειρία και τη δράση.
Εκεί που το Art of Vengeance πραγματικά λάμπει είναι στο gameplay. Πρόκειται για ένα 2D action platformer με αρκετά μεγάλα επίπεδα, που ευνοούν την εξερεύνηαη. Ο Joe κινείται με ευελιξία που ταιριάζει σε έναν μυθικό νίντζα: διπλά άλματα, wall runs, dash αποφυγές, συνδυασμοί με katana και shuriken. Η δράση είναι γρήγορη και απαιτητική, βασισμένη στην ακρίβεια και στο σωστό timing.
Ένα ακόμη στοιχείο που ξεχωρίζει είναι το σύστημα των combos και των αναβαθμίσεων. Οι βασικές επιθέσεις του Musashi (ελαφριές, βαριές, εναέριες) συνδέονται ομαλά σε αλυσίδες που δίνουν ρυθμό στη μάχη. Όσο πιο πολύ εξασκείσαι, τόσο πιο δημιουργικά μπορείς να τα συνδυάσεις, διατηρώντας ένα υψηλό combo meter που σε ανταμείβει με επιπλέον πόντους και εντυπωσιακές κινήσεις. Παράλληλα, το παιχνίδι προσφέρει δυνατότητες αναβάθμισης: νέες τεχνικές, βελτιώσεις στις δυνάμεις ninjutsu και ξεκλείδωμα επιπλέον κινήσεων που ανοίγουν το σύστημα ακόμα περισσότερο. Έτσι, ο παίκτης έχει συνεχή κίνητρο να επιστρέφει, να πειραματίζεται και να τελειοποιεί το στυλ μάχης του.
Η ποικιλία εχθρών είναι εντυπωσιακή. Καθένας έχει τα δικά του patterns, αναγκάζοντας τον παίκτη να προσαρμόζεται διαρκώς. Τα boss fights αποτελούν αναμφίβολα highlight: καλοσχεδιασμένα, απαιτούν υπομονή, παρατηρητικότητα και στρατηγική χρήση των ninjutsu δυνάμεων. Είναι οι στιγμές που νιώθεις την πραγματική πρόκληση και την ικανοποίηση όταν τα καταφέρεις.
Πέρα από τη μάχη, σημαντικό ρόλο παίζει και το platforming, που δίνει ρυθμό και ποικιλία στην εμπειρία. Τα επίπεδα είναι σχεδιασμένα με προσοχή, συνδυάζοντας κλασικά στοιχεία της σειράς με μοντέρνες προκλήσεις. Wall runs, άλματα σε κινούμενες πλατφόρμες, παγίδες και περιβαλλοντικά hazards απαιτούν συγκέντρωση και καλή χρήση του dash. Σε αρκετές στιγμές, το platforming λειτουργεί σαν “ανάσα” από τις έντονες μάχες, αλλά παραμένει απαιτητικό και ακριβές. Για όσους αγαπούν την πρόκληση, τα ειδικά challenge stages ανεβάζουν τον πήχη, ζητώντας απόλυτη ακρίβεια και timing, θυμίζοντας σχεδόν puzzle-platformers.
Η διάρκεια του Shinobi: Art of Vengeance κυμαίνεται περίπου στις 10-12 ώρες για ένα πρώτο playthrough, με τη δυσκολία να ανεβάζει σημαντικά τον χρόνο αν θελήσεις να ολοκληρώσεις τα πάντα. Το παιχνίδι προσφέρει διαφορετικά επίπεδα δυσκολίας, από μια πιο προσιτή εμπειρία για όσους θέλουν απλώς να απολαύσουν την ιστορία, μέχρι σκληροπυρηνικές επιλογές που δοκιμάζουν ακόμα και τους πιο έμπειρους. Αυτή η κλιμάκωση δίνει την ευκαιρία σε μεγαλύτερο εύρος παικτών να βρει τον δικό του ρυθμό, χωρίς να χάνεται το πνεύμα της πρόκλησης που χαρακτηρίζει τη σειρά.
Το Shinobi: Art of Vengeance καταφέρνει να κάνει αυτό που λίγα reboots μπορούν: να σεβαστεί το παρελθόν ενώ προσφέρει μια εμπειρία απόλυτα σύγχρονη και απολαυστική. Με πανέμορφο art style, άψογο τεχνικό τομέα, εντυπωσιακό soundtrack και – πάνω απ’ όλα – σφιχτό και γεμάτο ένταση gameplay, το παιχνίδι δικαιώνει την αναβίωση του θρυλικού franchise. Το μήνυμα είναι σαφές: ο Joe Musashi επέστρεψε – και είναι έτοιμος για εκδίκηση. Ελπίζουμε το Shinobi επανήλθε για να μείνει…