Σε μία εποχή όπου τα beat em up λάμπουν δια της απουσίας τους, η επανακυκλοφορία του Scott Pilgrim vs. The World: The Game Complete Edition σκοπεύει να μας επαναφέρει σε μία πιο αγνή περίοδο, οπού κεντρικό και ίσως μοναδικό κριτήριο αποτελούσε η διασκέδαση. Ας δούμε λοιπόν, εάν η αρχική ιδέα του Bryan Lee O’Malley μπορεί να μεταφραστεί σε έναν beat em up τίτλο και εάν αυτός ο τίτλος καταφέρνει να διατηρήσει τις αξίες του με το πέρασμα του χρόνου.
Συνήθως, η εξιστόρηση στο συγκεκριμένο είδος παιχνιδιών κατέχει δευτερεύοντα ρόλο και το Scott Pilgrim δυστυχώς δεν διαφοροποιείται σε αυτόν τον τομέα. Συνδυάζοντας πολλά από τα κλισέ που έχουν παρουσιαστεί σε πολλά από τα τριτοδεύτερα anime των περασμένων ετών, η πλοκή δεν μας προσέφερε κάτι το αξιοσημείωτο. Αναλυτικότερα, τα βασικά γεγονότα θέλουν τον Scott να αντιμετωπίζει τους επτά σατανικούς πρώην της Ramona μέχρι θανάτου, ένα στοίχημα που σύμφωνα με την ίδια θα τον οδηγήσει στην καρδία της. Παρότι, δεν παρουσιάζουν ίχνος ανάπτυξης σαν χαρακτήρες, το συνδυαστικό αποτέλεσμα μεταξύ pixelated σχεδιασμού και ευφάνταστων animations, αποτελεί το κατάλληλο larger-than-life ένδυμα που αρμόζει σε villains τέτοιου βεληνεκούς. Επιπροσθέτως, χάρη στην δημιουργικότητα της Ubisoft Chengdu, ο κάθε boss που θα αντιμετωπίσουμε στα 7 εντελώς διαφορετικά στάδια, διαφέρει εξ ολοκλήρου από τον προηγούμενο/επόμενό του, είτε αυτό αφορά τις κινήσεις είτε τα πολύπλοκα αλλά καλοδουλεμένα animations.
Όντας beat em up και γνωρίζοντας εξ αρχής ότι η ιστορία τοποθετείται στο παρασκήνιο, ας σταθούμε στο κυρίως πιάτο, δηλαδή στο gameplay. Όλα ξεκινάνε από την επιλογή ενός εκ των έξι παιχτών που αποτελούνται κυρίως από πρωταγωνιστικά πρόσωπα του σύμπαντος(Scott, Kim, Stills, Ramona, Knives και Wallace), φυσικά με την επιλογή για local co-op(μέχρι 4 παίχτες) να επιστρέφει. Αφού επιλέξουμε τους χαρακτήρες προτίμησης μας, τοποθετούμαστε σε ένα ξεκάθαρα Super Mario Bros. 3 εμπνευσμένο χάρτη όπου και θα χρειαστεί να ξεκλειδώσουμε σταδιακά τις επτά πίστες, ένα επίτευγμα που πραγματοποιείται μόνο έπειτα από την κατατρόπωση του κάθε πρώην. Ευτυχώς, χάρη στο επί το πλείστο καλοφτιαγμένο σύστημα μάχης, η gameplay λούπα παραμένει από την αρχή μέχρι και το τέλος άκρως εθιστική. Ο κάθε χαρακτήρας ξεκινάει αρκετά αδύναμος και με ελάχιστες κινήσεις, γεγονός το οποίο θέτει μία αρκετά υψηλή βάση δυσκολίας ακόμη και στο χαμηλότερο επίπεδο. Με την εξόντωση των εχθρών, ωστόσο, ξεκλειδώνουμε νέες ικανότητες και αποκτάμε μερικές καθοριστικές ενισχύσεις στα stats μας. Εφόσον φυσικά βρεθούμε αντιμέτωποι με κάποιο σοβαρό εμπόδιο, υπάρχει η δυνατότητα επίσκεψης διαφόρων μαγαζιών όπου, χρησιμοποιώντας τα νομίσματα που αποκτήσαμε από τους διάφορους εχθρούς, μπορούμε να αναβαθμίσουμε τον ήρωά μας γρήγορα και επώδυνα στο μέγιστο επίπεδο, αποκτώντας μια πληθώρα από χρήσιμες ιδιότητες και ικανότητες.
Σε αντίθεση με άλλες εμπειρίες του είδους, η μεθοδική προσέγγιση αποτελεί μονόδρομο για την επιτυχία. Ο κάθε εχθρός συνοδεύεται από την δική του παλέτα κινήσεων, η οποία εάν και αρχικά φαίνεται άδικη, σε σύντομο χρονικό διάστημα γίνεται απολύτως κατανοητή. Το μοναδικό πρόβλημα της εξίσωσης είναι η ανισόρροπη a.i. Από την μία, έχουμε τους ισορροπημένους σε δυσκολία villains, η κάθε μάχη με τους οποίους είναι σίγουρα απολαυστική. Από την άλλη, ένα αξιοσημείωτο ποσοστό των mobs συμπεριφέρονται πολλές φορές αλάνθαστα. Τι εννοούμε με αυτό; Σε αρκετές περιπτώσεις για παράδειγμα, ο εχθρός αμύνεται για ένα ανέλπιστα μεγάλο χρονικό διάστημα και κατά 80% των περιστάσεων, αντεπιτίθεται χωρίς κάποιο περιθώριο αντίδρασης. Αυτό, ευτυχώς δεν επηρεάζει την μεγαλύτερη κλίμακα της συνολικής απόλαυσης, απλά λειτουργεί ως ένα ανεπιθύμητο εμπόδιο.
Ένα από τα πιο αντιδραστικά χαρακτηριστικά της αρχικής κυκλοφορίας ήταν αδιαμφισβήτητα, οι online servers. Εάν και οι πιθανότητες για να βρει κάποιος ματς ήταν ήδη χαμηλές, η συνδεσιμότητα αποτελούσε με διαφορά το χειρότερο μέρος της online εμπειρίας, με 1/6 περίπου περιπτώσεις να είναι επιτυχείς. Δυστυχώς, οι servers δεν έχουν δει ούτε στίγμα βελτίωσης και ίσως μάλιστα να έχουν χειροτερεύσει. Στην παρούσα κατάσταση το online multiplayer είναι ανεπίτρεπτα κακό, με την μόνη πιθανή λύση να αποτελεί το co-op με κάποιον φίλο, με το ποσοστό επιτυχίας συνδεσιμότητας να παραμένει χαμηλό.
Άμεσα συνδεδεμένο με όλους τους παραπάνω τομείς, παραμένει το εκθαμβωτικό art direction. Έχοντας στο νου, ότι πρόκειται για παιχνίδι του 2010, συνειδητοποιούμε την σημαντικότητα της 8 bit αισθητικής συγκριτικά πάντα με μία πιθανή μεταφορά ενός AAA από το ίδιο έτος. Ή άμεση μεταφορά του σχεδιασμού του O’Malley σε pixel μορφή είναι απλά μαγική και χάρη στους ταλαντούχους developers της Ubisoft, έχουμε ένα αποτέλεσμα που όχι μόνο κρύβει με άνεση τα χρόνια του, αλλά στέκεται εύκολα ανάμεσα στις πρόσφατες “indie” κυκλοφορίες χάρη στους φωτισμούς και στην έντονη παλέτα χρωμάτων του.
Φυσικά, είναι ανεπίτρεπτο να παραλείψουμε το chiptune ost που συγκαταλέγεται με άνεση στα πιο ιδιαίτερα soundtrack για την εποχή του και υπήρξε η αρχή έμπνευσης για την μουσική κατεύθυνση πολλών indie ομάδων. Η κάθε μελωδία προσδίδει χαρακτήρα στην εκάστοτε πίστα και ενώ η επιλογή επανάληψης ενός boss theme θα ήταν εύκολη απόφαση, οι Anamanaguchi δημιούργησαν ξεχωριστά themes για τον καθένα από τους επτά σατανικούς πρώην. Πρόκειται σίγουρα για ένα ost, που θα εμφανίζεται συχνά στις μουσικές σας λίστες, έπειτα από την ολοκλήρωση του παιχνιδιού.
Γνωρίζοντας, ότι δεν έχουν υπάρξει σημαντικές προσθήκες, καθώς πρόκειται για port, ας δούμε που ακριβώς στέκεται το Scott Pilgrim εν έτει 2021, όσον αφορά φυσικά τον τεχνικό τομέα. Εκ φύσεως, ο βαθμός απαιτητικότητας σε αναλύσεις και καρέ είναι ήδη χαμηλός με την έκδοση του PS3 να παράγει 1080p ανάλυση στα 60FPS. Η έκδοση του PS4 έχει δει μία αναμενόμενη αύξηση σε 2160p(4K) με τα καρέ να παραμένουν κλειδωμένα στα 60. Όπως τονίσαμε πριν λίγο, το εκθαμβωτικό art direction ενισχύει την συνολική εικόνα, με το αποτέλεσμα να παραμένει ικανοποιητικό. Για καλό ή για κακό, η συντριπτική πληθώρα των bugs περιέχεται στο online multiplayer, καθώς ο single player τομέας δεν παρουσιάζει κάποιο αξιοσημείωτο τεχνικό ελάττωμα.
Εν κατακλείδι, το Scott Pilgrim vs. The World: The Game Complete Edition, αποκτά μία ικανοποιητική άλλα μη ιδανική μεταφορά στο σήμερα. Βρισκόμενη αντιμέτωπη με μερικά από τα πιο εμφανή θέματα του τίτλου, η Ubisoft επέλεξε τον εύκολο δρόμο, κυκλοφορόντας μία απλά καλή αντί για μία εξαιρετική έκδοση ενός λατρεμένου της IP. Αυτό, δεν αναιρεί σε καμία περίπτωση τις πολλαπλές πετυχημένες πτυχές του παιχνιδιού, η ποιότητα των οποίων παραμένει εμφανής μία δεκαετία αργότερα.