Ξεκινάω λέγοντας πως το Tales from the Borderlands της Telltale είναι από τα αγαπημένα που παιχνίδια της εταιρείας και έχει μείνει ακούνητο στην κορυφή μαζί με το The Walking Dead Season 1 και Wolf among Us. Ήταν ένα τρελό ταξίδι στον κόσμο του Borderlands, με πηγαίο χιούμορ, ωραίους χαρακτήρες, εξαιρετική μουσική και μια φοβερή περιπέτεια, τα είχε όλα. Επανερχόμαστε λίγα χρόνια μετά, η Telltale πλέον δεν υπάρχει και η Gearbox έχει αποφασίσει να κάνει ένα πνευματικό sequel στο ίδιο ύφος με την ονομασία New Tales from the Borderlands. Το αποτέλεσμα; απογοητευτικά ΜΕΤΡΙΟ.
Ότι έκανε το Tales εξαιρετικά, το New Tales το κάνει μέτρια στην καλύτερη. Ξεκινάμε από την ιστορία μας: Είμαστε στον πλανήτη Προμηθέα και στην μητρόπολη αυτού, η οποία μαστίζεται από πόλεμο και συμμορίες. Δεν έφτανε αυτό, έχουμε και εισβολή από μια καπιταλιστική εταιρεία που σκοπό έχει να αποκτήσει ένα καλά κρυμμένο μυστικό σε Vault του πλανήτη. Εμείς θα έχουμε στον έλεγχο μας την Anu, τον Octavio και την Fran και θα προσπαθήσουμε να σώσουμε τον κόσμο μας από βρώμικα καπιταλιστικά χέρια που τον λυμαίνονται. Ο κόσμος του παιχνιδιού είναι ο γνωστός χαοτικός κόσμος του Borderlands, με αυτή την οξύμωρη γοητεία του. Τα πάντα κατεστραμμένα μόνιμα, καπιταλισμός παντού, μηδαμινή αξία στην ανθρώπινη ζωή και ταυτόχρονα τα πάντα πολύχρωμα. Ενώ ο κόσμος του προσφέρεται για πάμπολλες ιστορίες, η Gearbox πραγματικά κατάφερε να πει την πιο ανέμπνευστη, αδιάφορη και ασύνδετη ιστορία που θα μπορούσε να αντλήσει.
Οι χαρακτήρες μας είναι αδιάφοροι έως και αντιπαθείς και χρησιμοποιούνται για να προσφέρουν με το ζόρι “στιγμές γέλιου” πολλές φορές κόντρα στον ρόλο τους. Η ιδιοφυής επιστήμονας δεν μπορεί να ανοίξει μια πόρτα που απλά εν τέλει τραβάει το χερούλι και ήταν ξεκλείδωτη όλα αυτά τα λεπτά που ξοδέψαμε ανούσια, η Fran και το κόλλημα της με το frozen yogurt που αποπνέει μια παραπάνω από περίεργη σεξουαλικότητα στους γύρω της με το ζόρι και ο Octavio που είναι “η ψυχή της παρέας”, που τελικά είναι ο πιο εκνευριστικός από τους τρεις και ο πιο αναγκαστικά χαζός για να χαρίσει στιγμές και καλά γέλιου. Και εκεί έγκειται ένα από τα μεγάλα προβλήματα του τίτλου: προσπαθεί να εκβιάσει κάθε λεπτό του και να βγάλει γέλιο, που αν εξαιρέσουμε 2-3 περιπτώσεις, ε δεν βγάζει ποτέ, γίνεται άβολο και στις 10 ώρες που διαρκεί ο τίτλος καταντάει ανυπόφορο. Και τα 2-3 γελάκια που προσφέρει περισσότερο έχουν να κάνουν με αναφορές στην ποπ κουλτούρα των videogames και ταινιών, παρά με ευφυές χιούμορ.
Η ροή της ιστορίας δεν κρατάει με τίποτα το ενδιαφέρον και τραβάει αχρείαστα πολύ. Στο τρίτο επεισόδιο ένιωσα πρώτη φορά πως είχα μια εξέλιξη, έως τότε έκανα απλά γύρες γύρω από τον εαυτό μου με την ιστορία να μην πηγαίνει πουθενά και να αναλώνεται σε διαλόγους. Και να ήταν και τίποτα καλογραμμένοι διάλογοι, το γράψιμο είναι επιεικώς μέτριο έως απαράδεκτο σε σημεία, μηδέν ενδιαφέρον και μηδέν χτίσιμο χαρακτήρων, με αποφάσεις αλλόκοτες και ανούσιες. Βρίσκουν μια θαυματουργή πέτρα που μπορεί και γιατρεύει τους πάντες, περνούν πόση ώρα απλά πυροβολώντας ο ένας τον άλλον για να αυτοθεραπευτούν, μετά πάει να βρουν πτώμα σε νεκροτομείο να δοκιμάσουν τη πέτρα πάνω του για να καταλήξουν σε ένα τύπου Shark Tank reality show καθώς ψάχνουν χρηματοδότηση για την επιχείρηση που θα ανοίξουν εκμεταλλευόμενοι την θαυματουργή πέτρα. Εν τέλει και εκεί αποτυγχάνουν και πέφτουν σε δεξαμενή με καρχαρίες τους οποίους παλεύουν και μαντέψτε: δε σου δείχνει καν την πάλη παρα μόνο ποια κουμπιά να πατήσεις στην οθόνη για να περάσεις το cutscene! Μπορώ να το πάω μέχρι τέλους για το πόσο άμπαλο είναι το σενάριο, που δεν ταιριάζει καν σε έναν εξωφρενικό κόσμο όπως του Borderlands. Από κει και πέρα υπάρχουν 1-2 side χαρακτήρες που έχουν ένα ενδιαφέρον, όπως ένα όπλο που μιλά και ένα ρομπότ δολοφόνος σε κρίση ταυτότητας, αλλά εμφανίζονται αραιά και που, ή δεν συμμετέχουν καθόλου και απλά φαίνεται πως ξεχάστηκαν γενικότερα στην ιστορία μας.
Στα θετικά του τίτλου, η μηχανή γραφικών είναι σύγχρονη και προσφέρει ωραία γραφικά και καλή απόδοση, σίγουρα μια καλή αρχή για τέτοιου είδους παιχνίδια και φαίνεται πως μπορεί να σταθεί άνετα στη γενιά και να δούμε και άλλα παιχνίδια της σειράς. Η μουσική από την άλλη απογοητεύει οικτρά. Το πρώτο παιχνίδι είχε ένα licensed soundtrack που έκοβε και έραβε την ιστορία θεαματικά και ενθουσίασε τους gamers. Εδώ τα πράγματα είναι τελείως αδιάφορα, με καναδυο κομμάτια μόνο που δεν έχουν καλή χρήση και ξεχνιούνται στο λεπτό. Οι φωνές των ηθοποιών ωστόσο είναι παραπάνω από ικανοποιητικές και δίνουν το δικό τους χρώμα στους αδιάφορους κατα άλλα διαλόγους.
Το gameplay δυστυχώς έχει εκμηδενιστεί και αυτό. Είναι που είναι περιορισμένο στο είδος και το είδαμε και σε δημιουργίες της Telltale, εδώ μπορείτε απλά να αφήσετε το παιχνίδι να παίζεται μόνο του. Έχουμε επιλογές κατά 99% για τους διαλόγους και τα υπόλοιπα εξελίσσονται με cutscenes όπου μας πετάει που και που κάποια ειδοποίηση να πατήσουμε ένα κουμπί. Στις 10 ώρες βαριά τη 1 ώρα να φάτε με το να κινείτε οι ίδιοι τον παίκτη και αυτό συνήθως για να λύσετε ορισμένα πανεύκολα puzzles. Υπάρχει και ένα μίνι game που είναι φιγούρες από ήρωες του κόσμου του Borderlands και μάχονται μεταξύ τους σε ένα συνεχόμενο gag με έναν side χαρακτήρα που τραβάει σε όλο το παιχνίδι, αλλά παρά την καλή ιδέα η υλοποίηση είναι απλοϊκή χωρίς κανένα βάθος και ενδιαφέρον.
Εν κατακλείδι, το New Tales from the Borderlands κάνει τα πάντα για να απογοητεύσει, ειδικά τους λάτρεις του πρώτου παιχνιδιού και αποτελεί τη μεγαλύτερη μου φετινή απογοήτευση. Αδιάφορο σε όλα του, θα το πρότεινα μόνο σε έκπτωση και εκείνο στην Deluxe έκδοση του, που διαθέτει μέσα και το Tales from the Borderlands, ώστε τουλάχιστον να παίξετε ένα αριστούργημα, όσοι τυχόν το προσπεράσατε. Οι υπόλοιποι ή σε βαθιά έκπτωση ή αν κυνηγάτε εύκολες πλατίνες και αδιαφορείτε για το περιεχόμενο. Κρίμα.