Εκ πρώτης όψεως, το πρώτο παιχνίδι της Bloodious Games, MADiSON, φάνταζε μία από τα ίδια. Ένα first-person παιχνίδι τρόμου, το οποίο έχουμε δει πολλάκις και σε διάφορες παραλλαγές. Ευτυχώς, το studio κατάφερε να προωθήσει τον τίτλο με πολύ ενδιαφέροντα trailers και μπόρεσε έτσι να φτάσει στα μάτια και τα αυτιά περισσότερων ανθρώπων. Βεβαίως, στο δρόμο προς την επιτυχία, το παιχνίδι όφειλε να αποδείξει πως δεν ακολουθεί την πεπατημένη, ανακυκλώνοντας τις φτηνές τακτικές που έχουμε συνηθίσει. Πλέον, με σιγουριά μπορούμε να πούμε πως το τελικό αποτέλεσμα θα δικαιώσει όποιον ακολούθησε την πορεία του.
Η ιστορία του παιχνιδιού ξεκινά με τον πρωταγωνιστή μας, Luca, να συνέρχεται σε ένα κλειδωμένο δωμάτιο. Μία ανοιχτή, χαλασμένη τηλεόραση βρίσκεται στο κέντρο του δωματίου, ενώ ο πατέρας του Luca χτυπά μανιασμένα την κλειδωμένη πόρτα. Αμέσως αμέσως λοιπόν το MADiSON εγκαθιδρύει ένα εφιαλτικό περιβάλλον, θέτοντας μάλιστα στο προσκήνιο τα βασικά του συστατικά στοιχεία, αφού ο παίκτης, έχοντας το άγχος της κλειδωμένης πόρτας και το λιγοστό φως της τηλεόρασης να τον εμποδίζουν, οφείλει να σκεφτεί έξυπνα και γρήγορα ώστε να καταφέρει να διαφύγει. Με τις προθέσεις του πλέον να έχουν γίνει ξεκάθαρες, το MADiSON αρχίζει να ξεδιπλώνει την πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία του, με καλοστημένες, πλην γνώριμες, μεθόδους. Θα κληθούμε να ακούσουμε κάποιες κασέτες, να βρούμε κάποια σημειώματα ή ημερολόγια που μας χτίζουν το background της οικογένειας του Luca, όμως στο επίκεντρο όλων βρίσκεται η αφήγηση μέσω του σχεδιασμού των περιβαλλόντων.
Με το παιχνίδι να εξελίσσεται (σχεδόν) ολόκληρο μέσα σε ένα σπίτι, κάθε χώρος του είναι διαμορφωμένος έτσι ώστε καταφέρνει να πει μία ιστορία για τους πρώην και νυν ενοίκους του. Μέσω της αναζήτησης, καθώς και της προσεκτικής παρατήρησης του χώρου, δίνεται στον παίκτη η ευκαιρία να αντιληφθεί σε πλήρη βαθμό τα σκηνικά που έχουν διαδραματιστεί στο εσωτερικό του οικήματος. Ευτυχώς, αποφεύγονται τακτικές όπως το έντονο exposition, με το οποίο ο Luca θα μπορούσε κάλλιστα να μας εξιστορεί τα πάντα, μιλώντας στην κυριολεξία μόνος του. Ο νεαρός φοβάται για όσα του συμβαίνουν κι έτσι θα τον ακούσετε να αγκομαχά, να αναπνέει έντονα, να “σπάει” τη φωνή του, να αγχώνεται και να τρέμει, να βιώνει εν ολίγοις όσα θα βιώσει και όποιος επενδύσει στο MADiSON. Η άμεσα ταύτιση των συναισθημάτων του Luca και του παίκτη επιτυγχάνει την πλήρη βύθιση του δεύτερου στο εφιαλτικό setting του τίτλου, χωρίς μάλιστα να καταφεύγει στην υπερβολή, αφού παρά το υπερφυσικό στοιχείο, το MADiSON είναι κατά κύριο λόγο, προσγειωμένο.
Το μεγάλο στοίχημα που καταφέρνει να κερδίσει το παιχνίδι είναι η πρόκληση πραγματικού τρόμου μέσω κυρίως της ατμόσφαιρας που χτίζει. Σε προσωπικό επίπεδο, καταφύγαμε πολλές φορές στη λύση του pause, για να πάρουμε μία και μόνο ανάσα προτού συνεχίσουμε. Προσέξτε, πρόκειται για μία γνήσια τρομακτική εμπειρία. Η περιήγηση συγκεκριμένα, σε κλειστοφοβικούς, στενούς διαδρόμους, ποτέ δεν φάνταζε πιο επίπονη διαδικασία απ’ ό,τι στο MADiSON. Αυτό επιτυγχάνεται μέσω του “παιχνιδιού” των developers με διάφορα στοιχεία του περιβάλλοντος. Πόρτες που ανοιγοκλείνουν κατά βούληση εκτός του οπτικού πεδίου του παίκτη, μουσική που ξεκινά να παίζει, κάποια υπόκωφα βήματα άγνωστης προέλευσης, φώτα που αναβοσβήνουν ρυθμικά, και ο φόβος για το άγνωστο που φαίνεται να μας καταδιώκει, κορυφώνεται. Πρόκειται για μία περίπτωση τίτλου που πετυχαίνει πολλά, αξιοποιώντας θεμιτές τακτικές και αποφεύγοντας τη φτηνή εκδοχή αυτών, που συναντούμε κατά κόρον αλλού.
Εντάξει, τα αγαπημένα όλων jumpscares κάνουν επίσης αισθητή την παρουσία τους, στο σύνολο τους όμως χρησιμοποιούνται εύστοχα και με φειδώ. Προς το τέλος βέβαια μάλλον ξεφεύγουν λίγο, οδηγώντας προς την έντονη κορύφωση της ιστορίας, δημιουργώντας ψεγάδι στην ευρύτερη εικόνα, χωρίς όμως να την πλήττουν σοβαρά. Και μιας που αναφερθήκαμε στις τελευταίες σεκάνς του παιχνιδιού, να αναφέρουμε πως οι developers εισάγουν την πιο ενδιαφέρουσα ίσως ιδέα του συνόλου, αξιοποιώντας την όμως ελάχιστα, αναγκάζοντάς μας να πιστεύουμε πως επιβαλλόταν μία ακόμη ώρα περιεχομένου στο ικανοποιητικό σύνολο των 5-6 ωρών που διαρκεί το παιχνίδι. Η περαιτέρω εξερεύνηση της εν λόγω ιδέας είναι κάτι που θα επιθυμούσαμε σε κάποιο καλοδεχούμενο μελλοντικό sequel.
Gameplay-ακά βαδίζουμε σε γνώριμα μονοπάτια, αφού στο MADiSON καλούμαστε να αναζητήσουμε στοιχεία, μέσω της επίλυσης γρίφων, για να καταφέρουμε εν τέλει να ενώσουμε τα κομμάτια του παζλ. Οι γρίφοι αυτοί αξίζουν ιδιαίτερη μνεία, αφού βρίθουν όχι μόνο ποιότητας, αλλά και ποικιλίας, με τον κάθε έναν από αυτούς να ξεχωρίζει χάρις στην ευρηματικότητα του. Ο Luca βρίσκει και βάζει στο inventory του διάφορα αντικείμενα, κάποια εκ των οποίων μπορεί να αποθηκεύσει και σε χρηματοκιβώτια, κάνοντας έτσι χώρο στο inventory για κάτι νέο. Η διαχείριση αυτή του inventory δίνει φυσικά μία old-school υφή στο όλο concept. Παράλληλα, ένας μηχανισμός με την κάμερα του Luca μας φέρνει έντονα στο μυαλό το Fatal Frame, προσθέτοντας παράλληλα μία πρωτότυπη ιδέα στο σύνολο, με την κάμερα να αποτελεί έναν ξεκάθαρο και απαραίτητο gameplay μηχανισμό και όχι κάποιο κοινότυπο gimmick. Μοναδικό μελανό σημείο της παικτικής εμπειρίας είναι το backtracking, το οποίο αρκετές φορές είναι και άσκοπο, εάν παραδείγματος χάριν το παιχνίδι δεν σας έχει υποδείξει οτι πρέπει να κρατήσετε κάποιο αντικείμενο επάνω σας για την επίλυση κάποιου γρίφου.
Οπτικοακουστικά, το παιχνίδι δίνει ρέστα, ειδικά εάν λάβει κανείς υπ’ όψιν το περιορισμένο μέγεθος της παραγωγής. Η Bloodious Games έπραξε έξυπνα, επιλέγοντας το εσωτερικό ενός σπιτιού ως setting, αποφεύγοντας για μία ακόμη φορά τις υπερβολές και καταφέρνοντας κάπως έτσι να προσέξει τις λεπτομέρειες στο σχεδιασμό των δωματίων και στον όγκο της πληροφορίας που αυτά περιλαμβάνουν. Παράλληλα, οι εξαιρετικοί φωτισμοί και ο πειραματισμός με αυτούς αποτελεί ίσως και το highlight της εμπειρίας. Όσον αφορά τον ήχο, περιττό να αναφέρει κανείς πως το παιχνίδι γίνεται σχεδόν αβίωτο με τη χρήση ακουστικών. Η κατευθυντικότητα του 3D ήχου υπερτονίζει κάθε σύρσιμο, κάθε τρίξιμο σανίδας ή πόρτας και κάθε ακατάληπτο ψίθυρο στο σκοτάδι. Σίγουρα έχει γίνει εκπληκτική δουλειά για τους πιο θαρραλέους που θα επιλέξουν να πάρουν το 100% της εμπειρίας.
Συμπερασματικά, το MADiSON είναι ίσως η μεγάλη έκπληξη της χρονιάς. Σε ένα 2022, το οποίο φαίνεται να ξεκινά μία αναγέννηση για το horror genre, το παιχνίδι δεν νοείται να ξεφύγει από τα ραντάρ σας. Αξιοποιώντας ιδανικά κάποιες τακτικές που σε άλλες περιπτώσεις φαντάζουν κορεσμένες και προσθέτοντας στην εξίσωση κάποιους ιδιαίτερους μηχανισμούς, αλλά και πανέξυπνους γρίφους, πρόκειται για ένα εκπληκτικό ντεμπούτο μίας ομάδας ανάπτυξης που ελπίζουμε να μας απασχολήσει ξανά στο μέλλον. Παραβλέποντας τα μικρά ατοπήματα, σας προσκαλούμε να βυθιστείτε κι εσείς στον ζοφερό εφιάλτη του MADiSON.
ΥΓ προς trophy hunters: Τις ώρες που συντάσσεται αυτό το κείμενο, ένα bug ακριβώς πριν τα credits δεν επιτρέπει τη θέαση τους και επομένως και το τρόπαιο ολοκλήρωσης.