Τo PayDay 2 είναι ένας τίτλος, στον οποίο παίχτες συνεργάζονται για να επιτύχουν ληστείες κατά κύριο λόγο, ή άλλες εγκληματικές ενέργειες. Ο τίτλος χαρακτηρίζεται από καλό σχεδιασμό, τακτική και ένταση μεταξύ των παιχτών. Το Crime Boss: Rockay City προσπαθεί να επιτύχει όλα τα παραπάνω μαζί με ένα roguelike χαρακτήρα, ένα ensable δημοφιλών την δεκαετία του 80′ ηθοποιών, μια ιστορία μέσα στον κόσμο της εγκληματικότητας και των ναρκωτικών, αλλά και με γρήγορη και με ένταση μάχη. Τα καταφέρνει όλα αυτά; Θα μάθουμε παρέα.
Ο τίτλος μας ξεκινά με ένα εντυπωσιακό πλάνο στην Rockay City, μια πόλη με εμφανέστατες επιρροές από το Los Angeles και το Las Vegas. Η πόλη αυτή μαστίζεται από τον υπόκοσμο και εμείς θα μπούμε στον χαρακτήρα του Travis (aka Michael Madsen) όπου και θα κληθούμε να χτίσουμε κομμάτι κομμάτι την εγκληματική μας αυτοκρατορία. Στον αντίποδα, βρίσκονται άλλοι “κακοί” που εποφθαλμιούν τη θέση, ενώ μας κυνηγά φυσικά και ο ίδιος ο νόμος τον εκπρόσωπο του οποίου υποδύεται ο Chuck Norris. Nα πούμε βέβαια ότι στα αυτιά μας το καστ ηχεί εντυπωσιακό, με ονόματα όπως οι Danny Trejo, Danny Glover, Michael Rooker, Kim Basinger, Vanilla Ice, και Damion Poitier.
Αυτό φυσικά που προαναφέραμε είναι ένα εκ τον τριών επιλογών που μας παρέχει το παιχνίδι. Στην ιστορία, θα κληθούμε να ληστέψουμε, να μαζέψουμε τσιράκια, να αρπάξουμε περιοχές καθώς και να αναβαθμίσουμε εμάς και το προσωπικό μας. Αν χάσουμε, τότε είναι φτου και από την αρχή, αλλά ο Travis κρατά την εμπειρία του κάνοντας το campaign αρκετά πιο εύκολο. Η αλήθεια είναι βέβαια, ότι η δυσκολία του τίτλου είναι φαινομενική όπως επίσης και το βάθος του στις αποστολές. Θεωρητικά, το παιχνίδι μας προετοιμάζει για ληστείες που χρήζουν κινητοποίησης, καταστροφής κυκλωμάτων παρακολούθησης, απουσία μαρτύρων, hacking και ότι άλλο μπορούμε να βάλουμε στο μυαλό μας. Η αλήθεια είναι όμως, ότι το τρίπτυχο “μπαίνω – βουτάω – βγαίνω” λειτουργεί τόσο καλά και τόσο γρήγορα που θα είναι η επιλογή μας για όλες τις αποστολές.
Σε αυτό βέβαια βοηθάει (ή και όχι, ανάλογα πως θα το πάρει κανείς) το κακό σύστημα στόχευσης. Τα όπλα δεν έχουν καμία δυναμική, η στόχευση γίνεται ευκολότατα και μπορούμε να ανεβάζουμε εύκολα το kill count μας, χωρίς να μας απασχολεί κάτι. Υποτίθεται ότι το παιχνίδι φέρνει κατά τη διάρκεια του συναγερμού της αστυνομίας δυνατότερο πυροβολικό, αλλά το αρχικό Revolver του Travis τα έβαλε με τους πιο θεωρητικά υπεράνθρωπους. Από την άλλη πλευρά, η AI λειτουργεί κάκιστα, διαλέγοντας τα χειρότερα σημεία για κάλυψη, δεν ξέρει τι να κάνει με τα κλοπιμαία, αλλά ευτυχώς τρέχει για να μας σηκώσει αν τύχει και χάσουμε τη ζωή μας. Το καλό είναι ότι το σύστημα της είναι αδρανές μέχρι να συμβεί κάτι καίριο στην πίστα και άρα δεν πρόκειται να μπει ανάμεσα σε εμάς και την αποστολή αν δεν το θέλουμε. Από την άλλη πλευρά, η νοημοσύνη των αντιπάλων είναι φτωχή με την δυσκολία να ανέρχεται σε δυσμενή για εμάς spawn point, έτσι ώστε να μην νιώθουμε από πουθενά κάλυψη.
Αν μπορούμε να βρούμε ένα θετικό στην όλη εμπειρία, αυτό αποτελεί το σύστημα με τα χρήματα το οποίο δίνει τη σωστή αίσθηση της διαχείρισης. Από το αν θα αγοράσουμε στρατό για τις περιοχές, όπλα για τους ακόλουθους μας, μέχρι και νέους πράκτορες, όλα δείχνουν ότι υπάρχει μια σκέψη πίσω από ένα κατά τα άλλα ρηχό παιχνίδι. Όταν κι εφόσον εκπληρώσουμε τις αποστολές που έχουμε μέσα στην ημέρα μας, μπορούμε να την λήξουμε. Περνάμε έτσι στην επόμενη μέρα στη ζωή της μαφίας και η ιστορία προχωρά μέσω βίντεο, ή κάποιων gameplay επιπέδων που χειριζόμαστε κάποιον φαινομενικά άκυρο χαρακτήρα. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι κάποια από αυτά σε διάρκεια ήταν μικρότερα από τους χρόνους φορτώματος για να εισέλθουμε σε αυτά.
Όσον αφορά τα υπόλοιπα δύο modes που προσφέρει ο τίτλος, αυτά είναι τα Quick Play και Urban Legends με το πρώτο να είναι η πιο roguelike παραλλαγή της ιστορίας με αποστολές που γίνονται και online, ενώ το δεύτερο αποτελείται από μίνι ιστορίες με κλιμακούμενες αποστολές και co-op χαρακτήρα. Δυστυχώς, σε αυτές δεν κάνουμε κάτι παραπάνω από αυτά που έχουμε κάνει στα άλλα modes και δεν είναι μοναδικές ούτε ως προς τους χάρτες που είναι επαναλαμβανόμενοι και με μόνη διαφορά την μετατόπιση κάποιων αντικειμένων ή/και δωματίων. Το διαδικτυακό κομμάτι του τίτλου μας ταλαιπώρησε αρκετά, κυρίως με online time outs που μας πέταγαν έξω από την εμπειρία, αλλά και την ίδια την εμπειρία αυτή καθαυτή που δεν εμπεριέχει το απαιτούμενο βάθος και προσπάθεια που χρειάζεται.
Περνώντας στο κομμάτι του οπτικού τομέα, η πληθώρα των εφέ προσπαθεί να καλύψει την έλλειψη λεπτομέρειας στα τοπία, ενώ καλύπτει την μουντή χρωματική παλέτα που κυριαρχεί. Τα μοντέλα, πέρα του καστ χαρακτήρων είναι αντιαισθητικά ως προς την τυχαιότητα τους, επαναλαμβάνονται και στερούνται προσωπικότητας. Τα σώματα των εχθρών πέφτουν αφύσικα στο έδαφος, ενώ παρατηρούνται φαινόμενα clipping και artifacts στην εικόνα μας, ιδιαίτερα στην επιλογή του performance. Θα ήταν άδικο όμως να μην μιλήσουμε για την πολύ λεπτομερή ποιότητα στα βίντεο του παιχνιδιού, τα οποία τρέχουν με τη μηχανή γραφικών και αποδίδουν το καστ με τρομακτική λεπτομέρεια. Στην αντίπερα όχθη όμως, ο ηχητικός τομέας περιέχει ένα καλό κομμάτι αλλά το σύνολο του αποτυγχάνει να ανταπεξέλθει στις προσδοκίες. Το μιξάρισμα δεν είναι το σωστό με τους ήχους να πέφτουν ο ένας πάνω στον άλλον, τα όπλα να φαντάζουν πλαστικά και οι ερμηνείες να είναι ξύλινες, εκνευριστικές και υπερφίαλες. Καμία σχέση δηλαδή με αυτό που θα περιμέναμε από αυτούς τους ηθοποιούς.
Κλείνοντας, η εμπειρία του Crime Boss: Rockay City έχει στηθεί με τα τελείως λάθος κριτήρια. Ο τίτλος δεν ξέρει τι θέλει να είναι και τι θέλει να πει. Προσπαθεί να μπλέξει στοιχεία από τα PayDay και το Grand Theft Auto χωρίς να αναρωτηθεί γιατί οι προαναφερθέντες τίτλοι έχουν το κοινό τους. Δυστυχώς, η κατανομή των πόρων για την ανάπτυξη του τίτλου φαίνεται τόσο παράλογη που πραγματικά σε σημεία ψάχναμε να βρούμε το παιχνίδι. Η απλότητα που διέπει την gameplay λούπα θυμίζει τίτλο κινητού, όπως επίσης και κάθε εφέ, επιλογή και mode που το συνοδεύει. Είναι ένα μεγάλο όχι, που θέλει αρκετό δρόμο μπροστά του για να γίνει έστω επαρκές.
Ευχαριστούμε πολύ την εταιρία για την διάθεση του τίτλου, για τις ανάγκες της κριτικής!