Τα ονόματα των Limbo και Inside μόνο άγνωστα δεν είναι σε όποιον αρέσκεται στην ενασχόληση με indie κυκλοφορίες. Όταν δε, ο βασικός game designer των 2 προαναφερθέντων τίτλων εργάζεται πάνω σε νέο project, έστω και εκτός της Playdead, σίγουρα δε μας επιτρέπεται να μείνουμε ασυγκίνητοι. Προσθέστε στα παραπάνω την Annapurna Interactive στο ρόλο του publisher και αντιλαμβάνεστε πλέον πως δεν μπορούσαμε να αφήσουμε το Cocoon να ξεφύγει από τα ραντάρ μας.
Θα μου επιτρέψετε να θεωρώ φρόνιμο να σας αποκαλύψω όσο το δυνατόν λιγότερα μπορώ γύρω από τον τρόπο που λειτουργεί το Cocoon. Πιστέψτε με, το κόνσεπτ του παιχνιδιού λειτουργεί πολύ καλύτερα όταν πιάνει τον παίκτη απροετοίμαστο. Έτσι, αναλαμβάνουμε το ρόλο ενός μικρού εντόμου σε έναν μεγάλο κόσμο, που κατοικείται μεν από άλλα έντομα, φέρει όμως έντονο δείγμα της παρουσίας ενός τρόπον τινά εξωγήινου πολιτισμού. Ο σκοπός του τίτλου είναι απλούστατος και δεν είναι άλλος από την περιήγηση στα 3D επίπεδα του και την επίλυση γρίφων.
Παράλληλα, καθ’ όλη την 4ωρη διάρκεια του, το παιχνίδι ξετυλίγει ένα κουβάρι μυστηρίου, σε ένα σενάριο που μάλλον θα θέλαμε να κάνει κάπως πιο ευδιάκριτα τα όσα πραγματεύεται. Προσωπικά, μπορεί να έφτασα στα credits έχοντας ψυχαγωγηθεί σε τρομακτικό βαθμό, δεν κατάλαβα όμως ακριβώς τι ιστορία προσπαθεί να πει το Cocoon. Σίγουρα, δε χρειάζονται όλα τα παιχνίδια ένα σαφές σενάριο, αφού ακόμη και τα Limbo και Inside άφησαν την αφήγηση να δρα στο παρασκήνιο, ένιωθα όμως συνεχώς πως το παιχνίδι έχει πολλά να μου πει, αλλά δε βρίσκει τον τρόπο να το πράξει.
Από την άλλη, πολύ πιο ξεκάθαρη είναι η κεντρική φιλοσοφία του Cocoon, ακόμη κι αν είναι σχεδόν αδύνατο να την περιγράψουμε άψογα στο πλαίσιο μίας απλής κριτικής. Η gameplay λούπα περιστρέφεται γύρω από 4 σφαίρες, με την κάθε μία από αυτές να εξυπηρετεί διαφορετικό σκοπό στην περιήγησή μας. Πέρα από αυτό όμως, κάθε σφαίρα αποτελεί και έναν ξεχωριστό κόσμο, στον οποίο μπορούμε να εισέλθουμε, τοποθετώντας τις σφαίρες σε ορισμένες εξωγήινες συσκευές. Έτσι, πολλές φορές θα βρεθούμε να εισερχόμαστε σε μία σφαίρα, κουβαλώντας μαζί μας κάποια άλλη, συνδυάζοντας πρακτικά τους 2 κόσμους σε έναν.
Πιθανότατα έχετε μπερδευτεί ήδη και δε σας αδικώ για αυτό. Το concept ακούγεται περίπλοκο στη θεωρία, αλλά υπεραπλουστεύεται στην πράξη, με το παιχνίδι να έχει φανταστική ευχέρεια στο να μας εξηγεί τους βασικούς μηχανισμούς και να μας δείχνει το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουμε, τεστάροντας ταυτόχρονα τη λογική μας. Αυτό είναι ίσως και το βασικό του προτέρημα κόντρα σε πολλά άλλα puzzles της εποχής, που έχουν ως πρώτο γνώμονα να μπερδέψουν τον παίκτη, αντί να τον προτρέψουν να αντιληφθεί οργανικά τα όσα εξελίσσονται επί της οθόνης του.
Ως εκ τούτου, το Cocoon είναι ένα από τα πιο προσβάσιμα παιχνίδια του genre που δοκιμάσαμε τελευταία. Οι νεοφερμένοι θα βρούνε γρήγορα τα πατήματά τους και οι “μπαρουτοκαπνισμένοι” θα εντυπωσιαστούν από την πληθωρικότητα των μηχανισμών του παιχνιδιού, παρά το γεγονός ότι όλα γίνονται με το πάτημα ενός και μόνο κουμπιού. Αξίζει να αναφερθεί βέβαια, πως στο τελευταίο κομμάτι της εμπειρίας, όταν έχετε αποκτήσει όλες τις διαφορετικές σφαίρες, υπάρχει μία περίπτωση να τα βρείτε σκούρα σε ορισμένους γρίφους. Εντάξει όμως, καλό παιχνίδι γρίφων χωρίς πρόκληση δεν υφίσταται, ας μην τα θέλουμε όλα δικά μας.
Γενικότερα το παιχνίδι βρίθει ιδεών και ποτέ δε σταματά να εκπλήσσει τον παίκτη με τον τρόπο που αξιοποιεί το απλούστατο concept του. Στο τέλος του κάθε κόσμου που συναντάται στο εσωτερικό της κάθε σφαίρας, θα βρείτε και από ένα boss fight. Μη φανταστείτε βέβαια καμία πολύπλοκη αναμέτρηση μεγάλης κλίμακας, ακόμη κι εδώ όμως οι στιβαροί μηχανισμοί λειτουργούν στην εντέλεια και προσφέρουν ένα ευχάριστο διάλειμμα από την ασταμάτητη επίλυση γρίφων. Εννοείται πως ο παίκτης δεν μπορεί να “πεθάνει” και στη χειρότερη περίπτωση που θα ηττηθεί σε κάποια μάχη, θα βρεθεί μόλις λίγα μέτρα μακριά, χωρίς κάποια ποινή.
Κάτι ακόμη που βρήκαμε εκπληκτικό είναι ο ρυθμός του παιχνιδιού. Ακριβώς τη στιγμή που νιώσαμε πως ένας μηχανισμός έχει εξερευνηθεί επαρκώς, την ίδια στιγμή μας έχει προσφερθεί κάτι καινούριο να ασχοληθούμε. Παράλληλα, ο τίτλος εξαλείφει εντελώς την έννοια του backtracking, κλείνοντας κάθε πιθανή δίοδο έως ότου έχουμε λόγο και τρόπο να την ακολουθήσουμε. Σχεδόν σιγουρεύει πως ο παίκτης δεν μπορεί να μπερδευτεί και να περιφέρεται άσκοπα, εκμηδενίζοντας έτσι τον νεκρό χρόνο και κάνοντας κάθε λεπτό στον κόσμο του Cocoon να “μετράει”. Α, και η διάρκεια των 4-5 ωρών του είναι “λουκούμι” για ένα puzzle game.
Ιδιαίτερη μνεία αξίζει το άψογο level design, που αποτελεί και τον βασικό λόγο που ο παίκτης δε χάνει στιγμή τον προσανατολισμό του. Παρά τον “πυκνό” σχεδιασμό των επιπέδων, δεν υπήρξε στιγμή που η πληροφορία επί της οθόνης δεν επαρκούσε για όσα θέλουμε να φέρουμε εις πέρας. Πάντα γνωρίζαμε που μπορούμε να αφήσουμε μία σφαίρα, που υπάρχει το portal για να μεταφερθούμε σε έναν άλλο κόσμο, που θα βρούμε το εκάστοτε collectable στο δρόμο προς το πανεύκολο platinum trophy και ούτω καθ’ εξής. Κάθε μία σχεδιαστική επιλογή εντός του παιχνιδιού μας υπενθυμίζει ότι πίσω από αυτό κρύβεται ο άνθρωπος που μας έδωσε τα παιχνίδια της Playdead.
Αλίμονο εάν κλείναμε χωρίς μία αναφορά στο εκθαμβωτικό art direction, με κάθε κόσμο να φέρει μία εντελώς διαφορετική χρωματική παλέτα, ενώ καμία από αυτές δε φαντάζει υποδεέστερη από τις υπόλοιπες. Το εικαστικό που έχει επιλεχθεί αρμόζει απόλυτα στο ύφος της εμπειρίας και φυσικά απέχει εντελώς από το μινιμαλιστικό σκηνικό του Inside. Εκεί που το παιχνίδι υιοθετεί πλήρως τον μινιμαλισμό είναι ο ηχητικός τομέας, αφού η πλήρης απουσία διαλόγων φέρνει σε πρώτο πλάνο τους περιβαλλοντικούς ήχους, οι οποίοι κάνουν τη δουλειά τους και με το παραπάνω. Γενικότερα, η ατμόσφαιρα του τίτλου είναι απαράμιλλη και η εμβύθιση του παίκτη στον κόσμο του, αξιοζήλευτη.
Τελικά, μέσα σε μία περίοδο που δεν ξέρουμε τι να πρωτοπαίξουμε, το Cocoon καταφέρνει με το σπαθί του να αποτελεί, πέραν πάσης αμφιβολίας, ένα από τα καλύτερα παιχνίδια που είδαμε φέτος. Πρόκειται για ένα πανέξυπνο, αλλά και απόλυτα προσβάσιμο, παιχνίδι γρίφων, που αναδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο τις αρετές του είδους. Σας προτρέπουμε να μη θαμπωθείτε από τις φανταχτερές κυκλοφορίες που αναμένονται και να αφιερώσετε λίγο χρόνο σε ένα από τα καλύτερα indies που είχαμε την τύχη να παίξουμε τελευταία.