Εδώ και πόσους μήνες, όλοι περιμένουμε με ανυπομονησία την κυκλοφορία του Cyberpunk 2077, ενός φουτουριστικού παιχνιδιού. Κατά τη διάρκεια της γλυκιάς αυτής αναμονής, ήρθε στα χέρια μας ένα παρόμοιου περιβάλλοντος παιχνίδι, το Cloudpunk, το οποίο λαμβάνει χώρα στο μέλλον, όπου η γη όπως την ξέρουμε σήμερα δεν είναι παρά μία ανάμνηση για λίγους. Ας ξεκινήσουμε λοιπόν, να δούμε τι πραγματεύεται ο παραπάνω τίτλος.
Σε μία χώρα ονόματι Nivalis, όπου τα ιπτάμενα οχήματα και η εύκολη πρόσβαση σε ναρκωτικά είναι δεδομένα, ζει η πρωταγωνίστρια, Rania, μία γυναίκα με χαμηλό εισόδημα που αναγκάστηκε να δουλέψει ως οδηγός/πακετάς για να βγάλει τα προς το ζην, κατάσταση εξευτελιστική για εκείνη την κοινωνία, η οποία αναπολεί συνεχώς την κατάσταση στη Γη πριν την αλλαγή αυτή. Στην εταιρία Cloudpunk, μία από τις πιο “επικίνδυνες” εταιρίες στην οποία εργάζεται η ηρωίδα μας, κάθε παράδοση είναι και μια νέα περιπέτεια, με μυστηριώδεις αποστολείς και παραλήπτες και απόλυτη εχεμύθεια. Το τελευταίο στοιχείο δεν είναι και το ατού της Rania, αφού η περιέργεια της την τοποθετεί πολύ συχνά σε δύσκολες καταστάσεις. Η εταιρία εγγυάται την πιο γρήγορη αποστολή πακέτων και αυτός ίσως είναι ο λόγος που κρύβεται πίσω από το κύριο πρόβλημα του κινδύνου της συγκεκριμένης δουλειάς.
Οι κύριοι χαρακτήρες της πλοκής είναι τρεις, η Rania, ο υφιστάμενος – το control, και το custom artificial intelligence ονόματι Camus και τις δεκάδες ιστορίες γεμίζουν NPCs όπως καταστηματάρχες για καταναλώσιμα αγαθά, έμποροι ναρκωτικών, πωλητές ειδών αμφίεσης, βαρόνοι της νύχτας και άλλοι πολλοί. Οι ιστορίες είναι ξεχωριστές και ποικίλλουν ανάμεσα στα διάφορα μέρη που καλείται ο παίκτης να εκτελέσει αποστολές, από το χαμηλό Marrow μέχρι τα άνω σύνορα της ατμόσφαιρας, τα Diamond Hills. Η συμβουλή του Ben, που αναθέτει τις αποστολές, επίσης γνωστός ως “control”, σε κάθε αποστολή είναι “Μη ρωτάς”, φράση που έχει αποδειχθεί σωτήρια για άλλους εργαζομένους.
Παραπάνω έχουν αναφερθεί πολλάκις οι ορισμοί “αποστολές” και “παραδόσεις”, χωρίς όμως να έχουν προσδιοριστεί επακριβώς. Ας ξεκινήσουμε από τον κύριο στόχο του παιχνιδιού, ο οποίος είναι να παραλάβει ο παίκτης το δέμα από το σημείο Α και να το μεταφέρει στο σημείο Β, τα οποία είναι μαρκαρισμένα στον χάρτη κάθε φορά. Κατά τη διάρκεια αυτών, το όχημα μπορεί να υποστεί ζημιά κατά την οδήγηση και σίγουρα θα χρειαστεί καύσιμα, προβλήματα τα οποία λύνονται σε μηχανικό και πρατήριο καυσίμων αντίστοιχα και το κόστος είναι αρκετά μεγάλο, αναλογικά με το εισόδημα, αναγκάζοντας τον παίκτη εμμέσως να οδηγεί με περισσότερη προσοχή. Στο παιχνίδι δεν εμπεριέχεται κανένα ψήγμα βίας, καθώς δεν ταιριάζει με την ηθική της πρωταγωνίστριας, οπότε αν ψάχνετε για combat, δεν θα ικανοποιηθείτε με τον εν λόγω τίτλο.
Η έλλειψη άμεσης βίας υπερκαλύπτεται από την οδήγηση, ένα από τα πιο απολαυστικά στοιχεία του τίτλου. Ο οδηγός έχει πλήρη έλεγχο του οχήματος, όχι μόνο για γκάζι/φρένο και στροφές, αλλά και το υψόμετρο στο οποίο θα επιλέξει καθείς να έχει. Η μέγιστη ταχύτητα επιτυγχάνεται στις γαλάζιες “εθνικές οδούς”, όπου αυτόματα ανεβαίνει το μέγιστο όριο του HOVA, όπως ονομάζεται το ιπτάμενο αυτοκίνητο. Όταν η Rania δεν βρίσκεται στο όχημα, μπορεί να εξερευνήσει όποια περιοχή έχει θέσει πάρκινγκ και να μαζέψει διάφορα αντικείμενα, όπως κομμάτια από ηλεκτρονικά, πλακέτες, punch cards μπαταρίες και άλλα στους πολυόροφους χώρους του Nivalis, αλλάζοντας ύψος μέσω portals ή ανελκυστήρων.
Ένα τεράστιο πλεονέκτημα που προσφέρει η ION LANDS, η εταιρία υπεύθυνη για τον προγραμματισμό του παιχνιδιού, είναι το ότι ο παίκτης έχει τη δυνατότητα να απολαύσει το παιχνίδι από οποιαδήποτε οπτική γωνία προτιμά, third person, FPS ή ακόμη και από προφίλ – σε 2,5 διαστάσεις, δίνοντας έτσι την ελευθερία στον καθένα να επιλέξει το gameplay που του είναι πιο οικείο, ή ακόμη να δοκιμάσει καινούριο τρόπο τον οποίο απέφευγε. Η ευελιξία αυτή δημιουργήθηκε μέσω της μηχανής γραφικών που χρησιμοποιείται, με τον λάκκο στη φάβα να βρίσκεται στα γραφικά τα οποία, όπως βλέπετε, είναι pixelated, το οποίο σαφώς είναι επιλογή των προγραμματιστών. Ακόμη κι αν το συγκεκριμένο είδος εικόνας δεν είναι της αρεσκείας του παίκτη, οι εκατοντάδες διάλογοι και ιστορίες θα τον κρατήσουν μέχρι τέλους, ακόμη και στο κυνήγι για την πλατίνα.
Το game engine του παιχνιδιού είναι το unity, στο οποίο έχουν αναπτυχθεί εκατοντάδες indie τίτλοι, με το μεγάλο μέρος αυτών να ακολουθεί την ίδια φόρμουλα και να έχουν τεράστια γκάμα από προβλήματα. Ενώ το Cloudpunk δεν αποτελεί την εξαίρεση, τα προβλήματα αυτού είναι μικρής φύσεως και απολύτως βιώσιμα, όπως κακό rendering στην έξοδο κάποιου τούνελ που ενώνει 2 περιοχές, ορισμένα frame drops σε ελάχιστες καταστάσεις και ίσως περιστασιακά bugs στις συναλλαγές με NPCs. Γενικότερα, δεν αντιμετωπίστηκαν crashes ή άλλου είδους προβλήματα κατά τα πολύωρα sessions σε standard PS4, κρατώντας μάλιστα τον θόρυβο του ανεμιστήρα σε ελάχιστο βαθμό. Αν τα προαναφερθέντα ελάχιστα τεχνικά προβλήματα δεν επηρεάζουν την προσωπική εμπειρία, ο παίκτης θα απολαύσει ακράδαντα την φιοτσουριστική εμπειρία.
Τον ξεκούραστο ambient τίτλο ντύνει ομοιόμορφα η μουσική, η οποία είναι κομμένη και ραμμένη στις ανάγκες του gameplay και εξαρτάται άμεσα από τη φάση του παιχνιδιού στην οποία βρίσκεται ο χρήστης. Άρτιο παράδειγμα αυτού είναι η ηλεκτρονική μουσική που συνοδεύει τον παίκτη σε μεγάλο μέρος του παιχνιδιού, ειδικότερα στα σημεία που εμπεριέχεται δράση, ενώ υπάρχει πιο ήρεμο και αφηρημένο ύφος κατά την οδήγηση, με τη μουσική να κυμαίνεται πάλι στο ίδιο genre. Γενικότερα, μόνο λίγα από τα κομμάτια έχουν και στίχους, καθώς στον κόσμο που φέρνει σε αυτόν του Blade Runner 2049, θα μαγευτείτε από τα φώτα, τις ποκίλλες δραστηριότητες, το soundtrack, αλλά και το αριστουργηματικό voice-acting.
Εν κατακλείδι, το Cloudpunk μπορεί να προσφέρει δεκάδες ώρες συντροφιάς με εφευρετικό τρόπο οδήγησης, έξυπνες και ενδιαφέρουσες ιστορίες κι έναν πελώριο κόσμο με μία τεράστια γκάμα αντικειμένων να ασχοληθεί κανείς. Ειδικότερα, αν παραλείψουμε τα ελάχιστα τεχνικά μικροπροβλήματα, το παιχνίδι θα μπορούσε με άνεση να αποτελέσει μία πολύ αξιόλογη προσθήκη στη συλλογή, ειδικά λαμβάνοντας υπόψιν το μικρό του κόστος.