Tο The Siege of Paris είναι το δεύτερο μεγάλο expansion του Assassin’s Creed Valhalla, που έρχεται να ολοκληρώσει την ετήσια υποστήριξη του τίτλου. Το προηγούμενο DLC, εν ονόματι Wrath of the Druids δεν μας είχε συναρπάσει ιδιαίτερα, όμως η πλήρης αλλαγή του setting και η μεταφορά της δράσης στη Γαλλία υπόσχεται κάτι διαφορετικό. Είναι όμως το expansion ένας σημαντικός λόγος για κάποιον να επενδύσει στο season pass του τίτλου;
Όπως αναμενόταν, το Valhalla δεν θα μπορούσε να μην κάνει μία στάση στη διαβόητη πολιορκία του Παρισιού από τους Σκανδιναβούς κατά τον ένατο αιώνα. Οι αγγελιαφόροι που καταφτάνουν στο Ravensthorpe ενημερώνουν τον Eivor για τη σύγκρουση των Σκανδιναβών κατοίκων του Παρισιού με τον Βασιλιά Charles. Ο ήρωας μας, αντιλαμβανόμενος τον κίνδυνο που διατρέχει η δική του φατρία αποφασίζει να μεταβεί στο Βασίλειο των Φράγκων (η Γαλλία, άλλοτε) και να σχηματίσει νέες συμμαχίες για το καλό του λαού του. Εκεί, θα συναντήσει πλειάδα χαρακτήρων που παρουσιάζουν αρκετό ενδιαφέρον και που, παρότι δεν μπορεί κάποιος να πει πως είναι η πρώτη φορά που αντίστοιχοι χαρακτήρες συναντώνται στη σειρά, κάποιοι εξ αυτών, όπως παραδείγματος χάριν ο προαναφερθείς Charles κουβαλούν τις σεναριακές εξελίξεις με άνεση. Η ιστορία, με τη σειρά της, είναι πολύ σφιχτοδεμένη, με το expansion να μην ξεφεύγει σε διάρκεια, κάτι που σίγουρα συνεισφέρει αρκετά σε ένα πιο “μαζεμένο” (δεκάωρο) σενάριο. Γενικά μην περιμένετε υπερφυσικά στοιχεία, αφού αυτά έμειναν στο Wrath of the Druids, τα πράγματα εδώ είναι αρκετά πιο προσγειωμένα.
Κατά τη γνώμη του γράφοντος, η σημαντικότερη αρετή του expansion είναι το πόσο πολύ θυμίζει παλιό, καλό Assassin’s Creed. Αυτό που επιστρέφει και κάνει τη διαφορά είναι τα λεγόμενα infiltration missions. Πρόκεινται για αποστολές που οδηγούν σε μοναδικές δολοφονίες των υποψήφιων στόχων του Eivor. Σε αυτές, ο παίκτης θα πρέπει να φορέσει ορισμένες ενδυμασίες, να βρει τα κατάλληλα μέσα ώστε να εισχωρήσει στα ιδιαίτερα ενός θύματος, να ανακαλύψει τυχόν αδυναμίες και ανοίγματα στα κτίρια και να πάρει τη θέση ατόμων που θα βρεθούν πρόσωπο με πρόσωπο με τον άμεσο στόχο. Ουσιαστικά, αναφερόμαστε σε μικρά σενάρια που κάνουν την κάθε δολοφονία ξεχωριστή και αντικαθιστούν την επαναλαμβανόμενη μάχη με φρουρούς, ενώ επιτέλους ο όρος “Assassin” αποκτά το πλήρες νόημά του. Στα παραπάνω βοηθά και το setting του DLC, που εν ολίγοις αποτελείται από μικρές, πυκνοκατοικημένες πόλεις, που επιτρέπουν το parkour, την εύρεση προοπτικών δολοφονίας και την αθόρυβη εξόντωση στόχων. Σίγουρα αυτή η προσέγγιση προτείνεται, καθώς η μάχη δεν έχει πολλά να πει, με το επίπεδο δυσκολίας να είναι ανύπαρκτο, ακόμη και με αντιπάλους που είναι αρκετά levels πάνω από αυτά του παίκτη. Τονίζουμε πως πρέπει κάποιος να είναι τουλάχιστον 200 rank εάν θέλει να ταξιδέψει στη Γαλλία.
Πέραν των infiltration missions, τα όσα νέα επιδιώκει να φέρει στο προσκήνιο το expansion είναι μετρημένα. Αρχικά, έχουμε την προσθήκη των rebel quests. Στα συγκεκριμένα, ο Eivor συνεργάζεται με διάφορους επαναστατημένους Γάλλους και τους μετατρέπει από αγρότες σε πεπειραμένους πολεμιστές, δολοφονώντας στο πλευρό τους συγκεκριμένους στόχους. Η διαδικασία είναι αρκετά επαναλαμβανόμενη, αλλά προσθέτει κάποιες ώρες για όποιον θελήσει να ασχοληθεί περαιτέρω με το expansion. Στον αντίποδα, αρκετά άστοχη είναι η προσθήκη του μοναδικού νέου gameplay μηχανισμού, που αφορά τα ποντίκια που βρίσκονται στους υπόνομους του Παρισιού. Κατά την περιήγηση του κάτω από την πόλη ο Eivor συναντά ορδές από πεινασμένους αρουραίους, οι οποίοι αντιμετωπίζονται με ένα κούνημα του όπλου του πρωταγωνιστή μας. Ομολογουμένως, ο συγκεκριμένος μηχανισμός δεν προσθέτει το παραμικρό και καταλήγει μία μόνιμη ενόχληση, ενώ θα μπορούσε να αποτελέσει μία καλή αφορμή για εφευρετικούς γρίφους. Τέλος, νέα όπλα και ενδυμασίες κάνουν την εμφάνιση τους για όσους θελήσουν να τα κυνηγήσουν.
Δυστυχώς, το DLC μαστίζεται από αρκετά τεχνικά ζητήματα τεχνικής φύσεως. Σε αρκετά σημεία συναντώνται εμφανέστατα frame drops, ενώ υπήρξαν στιγμές εν μέσω μεγάλων set pieces, που η οθόνη πάγωσε εντελώς για λίγα δευτερόλεπτα. Από την άλλη, όταν τα απαραίτητα patches λύσουν τα εν λόγω ζητήματα, οπτικά έχουμε να κάνουμε με ένα από τα αρτιότερα παραδείγματα του ταλέντου της Ubisoft στη δόμηση ανοιχτών κόσμων. Τόσο οι λεπτομέρειες στους πυκνοκατοικημένους οικισμούς, όσο και τα απέραντα λιβάδια με τα χρωματιστά λουλούδια, τα ποτάμια και τα δάση συναρπάζουν με την ομορφιά τους. Το τοπίο για μία ακόμη φορά δεν απέχει άρδην από αυτό της Αγγλίας, όμως δεν θυμίζει και μικρογραφία του, όπως συνέβαινε με το αντίστοιχο setting της Ιρλανδίας.
Συνοπτικά, το The Siege of Paris είναι το πιο ενδιαφέρον από τα 2 βασικά κομμάτια του season pass του Valhalla. Είναι η πρώτη φορά εδώ και καιρό που η σειρά τιμά το όνομα της, με την επαναφορά των infiltration αποστολών. Παράλληλα, το μικρότερο μέγεθος του, σε διάρκεια και setting, προσφέρει μία πιο προσγειωμένη και σφιχτοδεμένη εμπειρία, που δεν προσπαθεί να χωρέσει πολλά καρπούζια σε μία μασχάλη. Σίγουρα έχει τις αδυναμίες του, όπως κάποιους εντελώς άστοχους μηχανισμούς, όμως το expansion κλείνει με ωραίο τρόπο τα όσα έχει να μας προσφέρει το season pass.