Ανέκαθεν ως gamer είχα αδυναμία στο single-player. Οφείλω να ομολογήσω οτι το multi-player, παρότι έχει τις χάρες του, δεν με κέρδισε ποτέ. Πέρυσι όμως που η EA ανακοίνωσε την κυκλοφορία του A Way Out, από τους δημιουργούς του καταπληκτικού Brothers: A Tale of Two Sons, το παιχνίδι κέντρισε το ενδιαφέρον μου εν ριπή οφθαλμού. Όσο ο καιρός περνούσε και με τις πληροφορίες γύρω από το παιχνίδι να κάνουν συχνά-πυκνά την εμφάνιση τους, οι προσδοκίες μου γύρω από τον τίτλο αυξανόταν. Έτσι λοιπόν, όταν το παιχνίδι έφτασε στα χέρια μου, ο πήχης για εμένα και τον κολλητό μου ήταν ήδη αρκετά ανεβασμένος. Και το A Way Out ανταποκρίθηκε.
Το A Way Out αποτελεί δημιουργία των Hazelight Studios και παίζεται αποκλειστικά σε split screen είτε σε online, είτε σε couch co-op. Η αλήθεια είναι οτι το παιχνίδι έχει δημιουργηθεί με κύριο και ίσως μοναδικό γνώμονα, τη συνεργασία μεταξύ 2 παικτών και κατά τη διάρκεια του εύκολα καταλαβαίνει κανείς οτι η ιδέα αυτή δεν θα μπορούσε να υλοποιηθεί αλλιώς. Αξίζει να αναφερθεί οτι αρκεί μία “κοπιά” του παιχνιδιού για να παίξουν και τα 2 άτομα, με τον μη κάτοχο του τίτλου να κατεβάζει απλώς το “Friends Pass” από το Playstation Store και να βιώνει εξ’ ολοκλήρου την εμπειρία δωρεάν. Οι 2 παίκτες αναλαμβάνουν τους ρόλους των Leo Caruso και Vincent Moretti, με τον Leo να εκτίει τον όγδοο μήνα της ποινής φυλάκισης του, ενώ ο Vincent είναι νέος τρόφιμος των φυλακών που αποτελούν τη γραμμή αφετηρίας της ιστορίας μας. Καθώς οι 2 πρωταγωνιστές έρχονται σε επαφή, ανακαλύπτουν οτι έχουν περισσότερα κοινά απ’ όσα νόμιζαν και αποφασίζουν από κοινού να αποδράσουν για να κλείσουν τους ανοιχτούς τους λογαριασμούς. Η ιστορία εκ πρώτης όψεως φαντάζει κλισέ και παρότι αρκετές στιγμές του σεναρίου μοιάζουν να έχουν ξεπηδήσει από τον οδηγό “Η Τέχνη του κλισέ”, στην πραγματικότητα η ουσία δεν βρίσκεται εκεί, αλλά στην υλοποίηση όλων αυτών των ιδεών, κάτω από την ομπρέλα της συνεργασίας που απαιτείται για να έρθει το παιχνίδι εις πέρας. Η συνεργασία αυτή γίνεται εφικτή μέσω του αψεγάδιαστου co-op συστήματος, που αποτελεί την καρδιά, την ψυχή και ουσιαστικά τον λόγο ύπαρξης του Α Way Out.
Το πρώτο που παρατηρείται άμεσα είναι το πόσο προσφιλείς είναι και οι 2 πρωταγωνιστές του παιχνιδιού, παρότι οι προσωπικότητές τους απέχουν παρασάγγας, κάτι που γίνεται ακόμη πιο ξεκάθαρο μέσα από συζητήσεις με τυχαίους NPCs, αφού ο ψύχραιμος Vincent ανταποκρίνεται με πραότητα, ενώ ο θερμοκέφαλος Leo μπλέκει σε λεκτικούς καυγάδες με την παραμικρή πρόκληση. Στις 7-8 ώρες που διαρκεί το παιχνίδι, οι χαρακτήρες των Moretti και Caruso αναπτύσσονται συνεχώς, με τα προσωπικά τους πάθη να βρίσκονται στο προσκήνιο και τα κίνητρα τους να γίνονται όλο και πιο ξεκάθαρα, ενώ ο παίκτης δένεται όχι μόνο με τον χαρακτήρα που χειρίζεται, αλλά και με αυτόν που βρίσκεται στο άλλο μισό της οθόνης. Όμως, κατά την άποψη μου, το παιχνίδι παρασκηνιακά προκαλεί μαεστρικά το δέσιμο με τη σχέση που οι 2 πρωταγωνιστές μας χτίζουν μεταξύ τους και δεν αφορά τόσο τις 2 ξεχωριστές προσωπικότητες αυτές καθαυτές. Με λίγα λόγια, ο λόγος που ο παίκτης θα γελάσει, θα συγκινηθεί και θα αγχωθεί, είναι η συνύπαρξη των Leo και Vincent, αφού η εντύπωση πως η πορεία και η κατάληξη του καθενός εξαρτάται άμεσα από τον άλλον, είναι πέρα για πέρα ορθή. Το μόνο αρνητικό που μπορεί να προσάψει κάποιος στο παιχνίδι είναι η πλήρης γραμμικότητα του σεναρίου, με τις επιλογές των παικτών, που αφορούν κυρίως τη μέθοδο προσέγγισης συγκεκριμένων καταστάσεων, να μην επηρεάζουν καθόλου την έκβαση της ιστορίας.
Εφόσον το A Way Out είναι ένα story-driven παιχνίδι, οι δυνατές κινηματογραφικές σκηνές κάνουν συχνά πυκνά την εμφάνιση τους, τόσο μέσω των cutscenes, όσο και κατά την κανονική ροή του gameplay. Δεν μπορώ να παραλείψω μία αναφορά σε ένα εξαιρετικό sequence κατά την επίσκεψη των πρωταγωνιστών μας σε νοσοκομείο, κατά το οποίο, με μία και μόνο αδιάκοπη λήψη της κάμερας μέσα από παράθυρα,κλειδαρότρυπες και αεραγωγούς, το split screen αλλάζει από κάθετο σε οριζόντιο, διακόπτεται τελείως με τους Leo και Vincent να κάνουν εναλλάξ την εμφάνιση τους στην οθόνη, ενώ το παιχνίδι λαμβάνει αρκετές διαφορετικές μορφές, από beat-em-up QTE’s και stealth, μέχρι 2,5D side scrolling fighting, σε μία αλληλουχία κινηματογράφησης που εξυψώνει τον τίτλο. Φυσικά, η σειρά γεγονότων που παρέθεσα αποτελεί μόνο μία μικρογραφία ολόκληρου του παιχνιδιού, αφού όπως ο James McAvoy στο κινηματογραφικό Split, το A Way Out έχει πολλαπλές προσωπικότητες, με ψήγματα walking simulator, shooting και ακόμα καταδιώξεων με οχήματα που θυμίζουν έντονα τη σειρά Uncharted. Ειδική μνεία αξίζουν τα mini games του παιχνιδιού, τα οποία χαρακτηρίζονται από ποικιλία, είναι άκρως διασκεδαστικά και συνεισφέρουν τόσο στο δέσιμο των 2 παικτών, όσο και στο γενικότερο ρυθμό της αφήγησης.
Αν και σε κάποιες περιπτώσεις, τα τεχνικά χαρακτηριστικά έχουν μηδαμινή σημασία, να αναφέρω οτι το A Way Out τρέχει σε 1080p, τόσο στο απλό PS4, όσο και στο PS4 Pro, ενώ στη δεύτερη περίπτωση κερδισμένο βγαίνει το framerate του τίτλου, το οποίο είναι υψηλότερο και δεν παρουσιάζει προβλήματα. Δυστυχώς, ο τίτλος υποφέρει από κάποια bugs και glitches, ενώ σε μία συγκεκριμένη περίπτωση χρειάστηκε να ξεκινήσουμε από το προηγούμενο checkpoint για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε. Παρά τα μικροπροβληματάκια, οπτικά το παιχνίδι είναι κουκλί, έχοντας φυσικά υπ’ όψιν οτι πρόκειται για μία indie κυκλοφορία, χωρίς να περιμένουμε έτσι τίποτα το συγκλονιστικό. Τέλος, το soundtrack δίνει τον απαραίτητο ρυθμό σε όσα διαδραματίζονται στην οθόνη, με τις στιγμές ηρεμίας και εξερεύνησης να ξεχωρίζουν.
Συνοψίζοντας, το A Way Out είναι μία καλογραμμένη co-op εμπειρία, που έχει δημιουργηθεί με μεράκι και αγάπη προς το συνεργατικό gaming. Αποτελεί τη φυσική εξέλιξη του Brothers: A Tale of Two Sons και είναι μία κυκλοφορία που εδραιώνει τα Hazelight Studios στη συνείδηση των απανταχού gamers. Οι ώρες που θα περάσει κάποιος μαζί του, μένουν αλησμόνητες και ελπίζω να αποτελέσει το εναρκτήριο λάκτισμα για την επιστροφή του παλιού, καλού co-op που τόσο λείπει από τη βιομηχανία.
ΥΓ. Γιάννη σε ευχαριστώ που μοιραστήκαμε την εμπειρία μαζί.